Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Θ΄ Ματθαίου (Ματθ. ιδ΄ 22-34)
- ΓΙΑΤΙ ΑΡΓΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ;
Μετὰ τὸ καταπληκτικὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ἄρτων καὶ δὺο ἰχθύων στὴν ἔρημο, ὁ Κύριος ἐζήτησε ἀπὸ τοὺς μαθητὰς του νὰ περάσουν μὲ τὸ πλοῖο στὸ ἀπέναντι μὲρος τῆς λίμνης· καὶ ὁ ἴδιος ἀνέβηκε στὸ βουνὸ γιὰ νὰ προσευχηθῇ μόνος του. Μόλις ὅμως ἔπεσε ἡ νύκτα βαθειὰ, τὸ πλοῖο τῶν μαθητῶν εἶχε προχωρήσει καταμεσὶς στὴ λίμνη καὶ κλυδωνιζόταν ἀπὸ τὰ ἄγρια κύματα. Λίγο πρὶν ξημερώσῃ, οἱ μαθηταὶ ταλαιπωρημὲνοι ἀπὸ τὴν φοβερή τρικυμὶα, εἶδαν μέσα στὸ σκοτάδι τρομοκρατημένοι μιὰ ἀνθρώπινη μορφὴ νὰ πλησιάζῃ πρὸς αὐτοὺς, περπατῶντας πάνω στὰ κύματα, σὰν φάντασμα. Καὶ ἀπὸ τὸ φόβο τους ἔβγαλαν κραυγὲς ἀγωνίας. Ἀμὲσως ὅμως ἄκουσαν τὴν φωνὴ τοῦ Κυρίου νὰ τοὺς λέγῃ: «Θαρσεῖτε» Ἔχετε θᾶρρος. «Ἐγώ εἰμι». «Μὴ φοβεῖσθε».Μθ 8,23-27
Βρισκόμαστε στή λίμνη Γεννησαρέτ· στή μεγάλη αὐτή λίμνη πού ὀνομαζόταν καί θάλασσα τῆς Γαλιλαίας ἤ ἀλλιῶς Τιβεριάδα. Ἕνα μικρό πλοῖο τή διασχίζει γιά νά περάσει ἀπό τή μιά ὄχθη της στήν ἄλλη. Εἶναι περασμένη ἡ ὥρα, κοντεύει νά νυχτώσει. Μέσα στό πλοῖο κάθονται ἀμέριμνοι κι ἀπολαμβάνουν τήν ὀμορφιά τῆς θάλασσας οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ. Μαζί τους ἔχουν καί τόν ἀγαπημένο τους Διδάσκαλο. Εἶναι κατάκοπος. Ὅλη τή μέρα κήρυττε καί θεράπευσε πολλούς ἀρρώστους. Ἔτσι, μόλις κάθισε στήν πρύμνη τοῦ πλοίου ἀποκοιμήθηκε. Τό πλοῖο μέ τόν Χριστό καί τούς μαθητές Του βρίσκεται ἤδη στή μέση τῆς λίμνης. Ξαφνικά ξεσπᾶ μπουρίνι. Ἀνεμοθύελλα! Σκοτείνιασε ὁ οὐρανός, σηκώθηκε δυνατός ἄνεμος καί ἄρχισε νά βρέχει ἀσταμάτητα. Φοβερή τρικυμία! Πελώρια τά κύματα! Τό πλοῖο γέμισε νερά καί κινδύνευε πλέον νά βυθιστεῖ. Οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ἄν καί ἦταν οἱ περισσότεροι ψαράδες, δέν εἶχαν ξαναδεῖ τόσο ἀγριεμένη τή λίμνη. Φοβήθηκαν ὅτι αὐτή τή φορά δέν θά γλυτώσουν· θά τούς καταπιεῖ ὁ βυθός! Φοβισμένοι καί ἀναστατωμένοι ξυπνοῦν τόν Διδάσκαλό τους. Παρά τή θαλασσοταραχή καί τίς φωνές τους, δέν εἶχε ξυπνήσει. Κοιμόταν ἥσυχος στήν πρύμνη τοῦ πλοίου, σάν νά μή συνέβαινε τίποτε! «Διδάσκαλε, Διδάσκαλε, χανόμαστε!», Τοῦ φωνάζουν. Καί τότε, σηκώθηκε ὁ Χριστός. Ἀτάραχος ρωτᾶ τούς μαθητές Του: «Γιατί τόσο φοβηθήκατε; Ποῦ εἶναι ἡ πίστη σας;». Κι ἔπειτα στρέφεται πρός τή θάλασσα καί λέει ἕναν μόνο λόγο: «Θάλασσα, σιωπή!». Ἀμέσως ὁ ἄνεμος κόπασε, ἡ θύελλα σταμάτησε. Ἔγινε γαλήνη μεγάλη, ἡ θάλασσα ἥσυχη σάν λάδι! Δέν πίστευαν στά μάτια τους οἱ μαθητές. Τούς κατέλαβε δέος, ἕνας ἅγιος φόβος! Ἔλεγαν μεταξύ τους: «Ποιός εἶναι Αὐτός πού καί ἡ θάλασσα καί οἱ ἄνεμοι Τόν ὑπακοῦν;»
Ποιός εἶναι, ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Γιατί ὑπακοῦν σ᾿ Αὐτόν καί οἱ ἄνεμοι καί ἡ θάλασσα; Εἶναι ὁ Θεός, ὁ δημιουργός τοῦ κόσμου. Μ᾿ ἕναν λόγο Του δημιούργησε τή θάλασσα· γι᾿ αὐτό Τόν ὑπακούει. Οἱ μαθητές, ὅταν συνέβη αὐτό τό περιστατικό, δέν εἶχαν καταλάβει ἀκόμη ποιός ἦταν ὁ Διδάσκαλός τους. Τόν ἔβλεπαν νά κινεῖται ἀνάμεσά τους σάν ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος. Πεινοῦσε καί ἔτρωγε μαζί τους, διψοῦσε, κουραζόταν. Τόν εἶχαν δεῖ στήν πρύμνη τοῦ πλοίου κατάκοπο νά κοιμᾶται. Δέν μποροῦσαν, λοιπόν, ν᾿ ἀντιληφθοῦν ὅτι εἶχαν ἀνάμεσά τους τόν ἴδιο τόν Θεό! Παρακολουθοῦσαν, βέβαια, μέ θαυμασμό τήν ἅγια ζωή Του. Ὁ Ἰησοῦς δέν ἔκανε ποτέ καμία ἁμαρτία· ἦταν ὁ μόνος ἀναμάρτητος πού πέρασε ἀπ᾿ αὐτή τή γῆ. Παρακολουθοῦσαν, ἐπίσης, κατάπληκτοι τά θαύματά Του. Θεράπευε ἀρρώστους, τυφλούς, παράλυτους. Ἦταν ἀδύνατον ὅμως νά καταλάβουν ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς. Πῶς νά τό χωρέσει ὁ νοῦς τους; Μόνο μετά τήν ἀνάστασή Του ἔμαθαν τή μεγάλη ἀλήθεια: Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Θεός πού ἔγινε ἄνθρωπος, χωρίς ποτέ νά πάψει νά εἶναι Θεός. Εἶναι καί Θεός καί ἄνθρωπος, Θεάνθρωπος
Γιατὶ ὅμως ὁ Κύριος, τοὺς ἄφησε ὅλη τὴ νύκτα νὰ βασανίζωνται μὲ τὰ πελώρια κύματα καὶ δὲν ἔσπευσε ἀμὲσως νὰ τοὺς βοηθήσῃ; Γιατὶ δὲν ἦλθε κοντὰ τους ἀμὲσως μόλις κινδύνεψε ἡ ζωή τους; Καὶ μάλιστα ἐμφανίστηκε μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ ἐπέτεινε ἀκόμη περισσότερο τὸ φόβο καὶ τὴν ἀγωνὶα τους; Οἱ ἱεροί ἑρμηνευταί ἐξηγοῦν ὅτι ὁ Χριστὸς ἄφησε τοὺς μαθητὰς νὰ συγκλονίζωνται ὅλη τὴν νύκτα γιὰ νὰ τοὺς ἀνὰψῃ μεγαλύτερη τὴν ἐπιθυμία τῆς σωτηρίας τους. Γιὰ νὰ κατανοήσουν τὴν μικρότητα καὶ τὴν ἀδυναμία τους καὶ τὴν ἐξάρτησί τους ἀπὸ Αὐτὸν καὶ νὰ λαχταρήσουν τὴν παρουσία του. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἀπεκάλυψε ἀμὲσως τὸν ἑαυτὸ του, καθὼς περπατοῦσε πάνω στὰ κύματα, ἀλλὰ τοὺς ἄφησε, καθώς πλησίαζε περισσότερο κοντὰ τους, νὰ ζοῦν σὲ ἀκόμη μεγαλύτερη ἀγωνία.
Ο ΦΟΒΟΣ ΚΟΙΤΑ ΤΡΙΓΥΡΩ ΚΑΙ Η ΠΙΣΤΗ ΨΗΛΑ
Μήπως είναι ευεργετικός ο φόβος; Ο φόβος για την κόλαση δρα ευεργετικά στον πνευματικό αγώνα. Μας συγκρατεί από κάποιες πτώσεις.(αρκεί να μην γίνει φοβία ή απελπισία) Αυτό είναι το 1ο επίπεδο του «δούλου» χριστιανού, ο οποίος εκτελεί εντολές για να μην τιμωρηθεί. Υπάρχει και το επίπεδο του μισθωτού (που εκτελεί εντολές για να κερδίσει τον Παράδεισο).Αλλά ούτε κι αυτός είναι το τέλειο. Ο τελικός στόχος μας είναι να είμασε παιδιά του Θεού, να ακολουθούμε τον δρόμο Του από Αγάπη . (ερ. Αγίου Παϊσίου: θα συνεχίζαμε να αγωνιζόμαστε για τον Παράδεισο αν υποθέσουμε ότι είχαν κλείσει οι θέσεις για εκεί;)
«Όταν η ψυχή πετάξει το φόβο του Θεού, που είναι σαν χαλινάρι, τότε τρέχει σε όλους τους χορούς της κακίας, μέχρις ότου καταντήσει στα βάραθρα της απώλειας και γκρεμίσει την σωτηρία της.
Όπως εκείνος που έχασε το φως του, σκοντάφτει σε πολλά εμπόδια, έτσι κι εκείνος που θα λησμονήσει το φόβο του Θεού, θα βασανίζεται από μέριμνες και λύπες. Ο φόβος του Θεού είναι το πιο δυνατό όπλο για να πολεμήσουμε τις δυσκολίες στην πνευματική πορεία.»Αγ.Ιω.Χρυσόστομος
ΚΑΡΑΒΙ-ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Πῶς, λοιπόν, νά μήν ὑπακούσει στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό ἡ ἀγριεμένη λίμνη; Ἦταν δυνατόν ποτέ νά βυθιστεῖ τό δικό Του πλοῖο; Ἀβύθιστο μένει πάντοτε καί τό πλοῖο τοῦ Χριστοῦ μας, πού ταξιδεύει μές στούς αἰῶνες. Ποιό εἶναι αὐτό τό πλοῖο; Ἡ Ἐκκλησία! Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό ἀβύθιστο πλοῖο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ! (τό φωνάζουμε ὅλοι μαζί). Αἰῶνες τώρα πέφτουν πάνω της σάν πελώρια κύματα οἱ ἐχθροί της, ἀλλά δέν κατορθώνουν νά τήν ἐξαφανίσουν. Ἀπό τά πρῶτα χρόνια οἱ αὐτοκράτορες ἔκαναν σκληρούς διωγμούς ἐναντίον της. Ἄφθονο χύθηκε τό αἷμα τῶν μαρτύρων. Κι ὅταν σταμάτησαν οἱ διωγμοί, ξέσπασαν οἱ αἱρέσεις. Μέλη τῆς Ἐκκλησίας προσπάθησαν ν᾿ ἀλλάξουν τήν πίστη μας, ἀλλά δέν τά κατάφεραν. Οἱ ἅγιοι πατέρες ἀγωνίστηκαν μ᾿ ὅλες τίς δυνάμεις τους καί κράτησαν τήν ἀλήθεια τῆς πίστης μας, ὅπως ἀκριβῶς μᾶς τήν παρέδωσαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι. «Πολλά τά κύματα καί φοβερή ἡ τρικυμία», ἔλεγε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «ἀλλά δέν φοβόμαστε... Ἄς ὑψώνονται τά κύματα, τό καράβι τοῦ Χριστοῦ δέν μποροῦν νά τό βυθίσουν!». Ἡ Ἐκκλησία μας μοιάζει μέ τήν κιβωτό τοῦ Νῶε. Θυμάστε τήν ἱστορία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης; Φοβερός κατακλυσμός! Τίποτε δέν ἔμεινε ὄρθιο. Πνίγηκαν ὅλοι, καταστράφηκαν τά πάντα! Μόνο ἡ κιβωτός τοῦ Νῶε δέν βυθίστηκε. Κι ὅσοι ἦταν μέσα σ᾿ αὐτήν σώθηκαν. Ἔτσι καί ἡ Ἐκκλησία μας μές στόν κατακλυσμό αὐτοῦ τοῦ κόσμου, μέσα στήν πολεμική καί τή συκοφαντία πού ἀντιμετωπίζει σέ κάθε ἐποχή, μένει ὁλόρθη καί ἀσάλευτη, δέν πρόκειται νά καταποντιστεῖ. Κι εὐτυχισμένοι ὅσοι εἶναι ἀσφαλισμένοι σ᾿ αὐτή τήν κιβωτό τῆς σωτηρίας! Πῶς μπαίνουμε μέσα σ᾿ αὐτή τήν κιβωτό τῆς σωτηρίας, στό ἀβύθιστο πλοῖο τοῦ Χριστοῦ μας; Μέ τό μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. Ὅταν βαπτιζόμαστε, γινόμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Ὁ Χριστός μᾶς γνωρίζει μέ τ᾿ ὄνομά μας κι ἔχει γιά μᾶς μιά θέση στήν οὐράνια βασιλεία Του, κοντά σ᾿ ὅλους τούς ἁγίους Του. Μέσα στό πλοῖο τῆς Ἐκκλησίας μας, βρίσκονται ὅλοι οἱ Ἅγιοι: οἱ πατριάρχες καί οἱ προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἡ Παναγία μας, οἱ ἀπόστολοι, οἱ μάρτυρες, οἱ ἅγιοι ἱεράρχες, οἱ νεομάρτυρες, οἱ ἅγιοι καί οἱ πιστοί χριστιανοί ὅλων τῶν αἰώνων! Μέσα σ᾿ αὐτό τό ἅγιο κι ἀβύθιστο πλοῖο, πού ἔχει πιάσει ἄγκυρα στόν οὐρανό, νά ἔχουμε, κι ἐμεῖς μιά θέση μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς μας!
ΤΡΙΚΥΜΙΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
Αὐτὴ ἡ εἰκόνα τῆς τρικυμισμὲνης λίμνης εἶναι μιὰ μικρογραφία καὶ τῆς δικῆς μας πολυκύμαντης ζωῆς μας.(πένθος, ασθένειες, δύσκολοι σύζυγοι, παιδιά, ατεκνία,) Κάτι παρόμοιο κάνει ὁ Κύριος καὶ στὴ δική μας ζωή. Δὲν ἐμφανίζεται καὶ δὲν ἀποκαλύπτεται ἀμὲσως μόλις ἀρχίζουμε νὰ συγκλονιζόμαστε στὰ μύρια ἄστατα κύματα τῶν πειρασμῶν καὶ δοκιμασιῶν τῆς ζωῆς μας, τὰ ὁποῖα ἀπειλοῦν νὰ μᾶς καταποντὴσουν· ἀλλὰ ἔρχεται στὴν ὕστατη στιγμὴ τῆς ἀγωνίας μας, στὸ «ἀμὴν» τῆς ὑπομονῆς μας. Καὶ μάλιστα λίγο πρὶν ἔλθῃ νὰ λύσῃ τὸ πρόβλημά μας, προσθέτει κι ἄλλους φόβους πάνω στοὺς ἀρχικοὺς, ἐπιτρέπει κι ἄλλες δοκιμασίες, κάποτε χειρότερες καὶ φοβερότερες. Κι ἐμεῖς ἀπογοητευμὲνοι, κραυγάζουμε, Κύριε, χανόμαστε, Ἔλα. Δὲν ἀντέχουμε ἄλλο στὸ δράμα μας!
Μὴπως ὁ Κύριος δὲν ξέρει τοὺς φόβους μας καὶ τοὺς πειρασμούς μας; Ἀσφαλῶς τὰ ξέρει ὅλα. Ἀλλὰ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ μᾶς παιδαγωγεῖ καὶ μᾶς διδάσκει νὰ μὴ περιμὲνουμε ἀμὲσως τὴν λύσι ἀπὸ τὰ δεινὰ ποὺ μᾶς συνέχουν· ἀλλὰ νὰ ὑπομὲνουμε ὅσα ἔρχονται στὴ ζωή μας μὲ γενναιότητα. Διότι γνωρίζει καλά ὁ πάνσοφος δημιουργὸς μας ὅτι ἡ περίοδος αὐτὴ ποὺ τὸν περιμὲνουμε μὲ ἱερή προσδοκία νὰ ἔλθῃ στὸ πλοιάριο τῆς ψυχῆς μας, εἶναι ἡ πιὸ γόνιμη περίοδος τῆς ζωῆς μας· περιόδος κατὰ τὴν ὁποία καλλιεργούμαστε πνευματικῶς σὲ βάθος, μὲ τὴν ἀναμονὴ καὶ τὴν ὑπομονὴ, μὲ τὰ δάκρυα καὶ τὴν προσευχὴ, μὲ τὴν ἐπιμονὴ καὶ τὴν πίστι. Ὥσπου κάποια ὥρα ἀκοῦμε κι ἐμεῖς τὴν φωνὴ τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωὴ μας: «Θαρσεῖτε ἐγώ εἰμί». Κι ἀμὲσως γεμίζουμε εἰρήνη καὶ χαρά καθώς γαληνεύῃ ἡ τρικυμισμὲνη ζωή μας. Παίρνουμε θᾶρρος καὶ δύναμι γιὰ νὰ διαπεράσουμε τὴν θάλασσα τῶν δοκιμασιῶν, νὰ συνεχίσουμε τὸ ταξίδι αὐτῆς τῆς ζωῆς πρὸς τὴν ἀντίπερα ὄχθη, στὴν οὐράνια γαλήνη καὶ ἀσφάλεια.
Συμβαίνουν πειρασμοί- τρικυμίες στις οικογένειες: Γονείς με νεαρά παιδιά δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν μαζί τους, έχουν να αντιμετωπίσουν τα πάθη τους (ξενύχτια, παρέες, ουσίες..) και τότε που τα κύματα της τρικυμίας κοντεύουν να τους πνίξουν έρχεται ο Χριστός στη ζωή τους. Ο Χριστός, που τον είχαν ξεχασμένο σε ένα εικονοστάσι σε μια γωνίά του σπιτιού ως κειμήλιο και ενθύμιο των παππούδων. Δεν είναι ευεργετικά αυτά τα κύματα, οι άνεμοι, η φουρτούνα; Πώς αλλιώς θα πλησίαζαν οι γονείς, πώς θα έκραζαν για βοήθεια αν δεν τον χρειάζονταν πραγματικά; Δυστυχώς, πρέπει να φοβηθούμε, να τρομάξουμε, να ξεβολευτούμε, να νιώσουμε ό,τι οι μαθητές στο πλοιάριο- ότι έρχεται το τέλος μας, για να έρθει η γαλήνη, η νηνεμία.
- ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΕΜΟΣ
Μὲσα στὸν τρόμο τῆς τρικυμίας ὁ Πέτρος φώναξε: Κύριε, ἐάν εἶσαι σύ, δός μου τὴν ἐντολή νὰ ἔλθω κοντὰ σου. Καὶ μόλις ὁ Κύριος τὸν ἐκάλεσε, κατέβηκε ἀπὸ τὸ πλοῖο ὁ Πέτρος κι ἄρχισε νὰ περπατᾶ πάνω στὰ νερά. Ὅταν ὅμως κάποια στιγμὴ κοίταξε τὸν ἄνεμο ποὺ ἦταν πολὺ δυνατὸς, φοβήθηκε, ἄρχισε νὰ βουλιάζῃ κι ἐκραύγασε δυνατὰ: Κύριε, σῶσε με, θά πνιγῶ! Γιατὶ ὅμως συνέβη αὐτὸ; Ὁ Πέτρος ποὺ δὲν φοβήθηκε τὸν μεγαλύτερο κίνδυνο, νὰ περπατὴσῃ πάνω στὴ θάλασσα, τώρα φοβᾶται τὸν μικρότερο, τὸν ἄνεμο, μὴν τὸν ρίξῃ κάτω; Καὶ ἐνῷ ἦταν ψαρᾶς καὶ καλός κολυμβητὴς;( όχι απιστία ολιγοπιστία π.χ Θωμάς ψηλάφησε τις πληγές : Ο Κύριός μου και ο Θεός μου)καλοπροαίρετος, ελεύθερος άνθρωπος=γνήσια εικόνα του Θεού,σύμμορφος της εικόνος του Θεού φιλιπ.3,23
Ὁ Πέτρος φοβήθηκε, διότι ἦταν πιὸ ἰσχυρή μὲσα του ἡ ὀλιγοπιστία καὶ ὁ δισταγμός. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος δὲν ἐπιτιμᾷ τὸν ἄνεμο, ἀλλὰ τὸν Πέτρο ποὺ ὀλιγοπίστησε. Γιὰ νὰ τοῦ δείξῃ ὅτι δὲν τὸν κατενίκησε ἡ μανιασμὲνη ὁρμὴ τοῦ ἀνέμου, ἀλλὰ ἡ τρεμάμενη πίστη του. Ἐάν δὲν ἀσθενοῦσε ἡ πίστι του θά μποροῦσε πολύ εὔκολα νὰ στέκεται ὁλόρθος ἀντιμὲτωπος μὲ τὸν ἄνεμο. Διότι ὁ Κύριος ποὺ τὸν ἐνίσχυσε νὰ περπατᾷ πάνω στὰ κύματα, θά τὸν ἐνίσχυε νὰ μένῃ ἀσάλευτος καὶ στὴν βία τοῦ ἀνέμου.
Ἔτσι συμβαίνει συχνὰ καὶ στὴ δική μας ζωή. Ἐνῷ μὲ τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ ὑπερπηδοῦμε μεγάλα ἐμπόδια καὶ ξεπερνοῦμε φοβερές δυσκολίες, τὰ χάνουμε στὰ μικρότερα καὶ εὐκολότερα! Διότι εἴμαστε ὀλιγόπιστοι. Καὶ ἔρχεται ὁ Κύριος νὰ μᾶς ἐλέγξῃ καὶ νὰ μᾶς πῇ πώς δὲν φταῖνε οἱ τρικυμίες καὶ οἱ ἄνεμοι τῆς ζωῆς μας, ἀλλὰ ἡ δική μας ὀλιγοπιστία. Στὰ μικρά λοιπόν ἀλλὰ καὶ τὰ μεγάλα κύματα καὶ προβλήματα τῆς ζωῆς μας, ἀναγνωρίζοντας τὴν ὀλιγοπιστία μας ἄς κραυγάζουμε μὲ θέρμη στὸν Κύριο: «Κύριε, σῶσον με». Καὶ ὁ Κύριος θά μᾶς πιάνῃ ἀπὸ τὸ χέρι καὶ θά μᾶς ἐνισχύῃ στὴν πορεία μας καὶ θά μᾶς κρατᾶ ὁλόρθους πάνω ἀπ’ τὰ κύματα.
Κι ας μην υπερηφανευτούμε ότι δε νιώθουμε φόβο, ότι είμαστε απόλυτα αφημένοι στα χέρια του Θεού… Οι Άγιοι ένιωθαν φόβο. Ο Άγιος Πορφύριος ένιωσε αυτή τη δειλία 3 φορές που επιχείρησε να φύγει για το Άγιο Όρος. Ήταν η αγάπη για τους γονείς τους και ο φόβος ότι θα λυπηθούν από την απουσία του, που τον γύριζαν πίσω από το μακρύ ταξίδι. Τελικά όμως νίκησε ο πόθος για τον μοναχισμό. Η ΤΕΛΕΙΑ ΑΓΑΠΗ ΕΞΩ ΒΑΛΛΕΙ ΤΟΝ ΦΟΒΟ. Τίποτα και στη δική του βιωτή δεν έγινε χωρίς κόπο και αγώνα. (Μελετούσε τη νύχτα για να λυθεί η γλώσσα του, καθώς δεν ήξερε να διαβάζει, φιλομάθεια: πιάνο, ιατρική,=μεγιστάνας του πνεύματος)
Ίσως κάποιοι διαφωνήσουν. Θα πείτε: ο Άγιος Πορφύριος δε φοβόταν , ζήτησε να ασθενήσει…όταν ήδη ήταν αρκετά έτοιμος. Κι εκεί όμως δεν έλειψαν οι δοκιμασίες γιατί δεν είχε φανταστεί ότι η ασθένεια θα τον απομάκρυνε από το Όρος, ότι θα τον έφερνε στην Εύβοια, ότι θα τον έδιωχνε η μάνα του.. Ας έχουμε συνέχεια στο νου μας τη ζωή των Αγίων , αποτελεί την πιο ασφαλή πυξίδα…
Οι κατά παραχώρησιν Θεού πειρασμοί και θλίψεις
Οι δοκιμασίες που μας έρχονται είναι μερικές φορές η αντιβίωση που δίνει
ο Θεός για τις αρρώστιες της ψυχής μας και πολύ μας βοηθούν πνευματικά.
Τρώει ο άνθρωπος ένα μαλακό σκαμπίλι και μαλακώνει η καρδιά του.
Ο Θεός ξέρει φυσικά σε τί κατάσταση βρίσκεται ο καθένας μας, αλλά, επειδή εμείς δεν ξέρουμε, επιτρέπει να δοκιμασθούμε, για να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, να βρούμε τα πάθη που υπάρχουν κρυμμένα μέσα μας και να μην έχουμε παράλογες απαιτήσεις την ημέρα της Κρίσεως.
Γιατί, και να παρέβλεπε τα πάθη μας και να μας έπαιρνε όπως είμαστε στον Παράδεισο,
και εκεί πάλι θα δημιουργούσαμε προβλήματα. Γι’ αυτό ο Θεός επιτρέπει στον διάβολο να δημιουργεί εδώ πειρασμούς, για να μας ξεσκονίζουν, ώστε να ταπεινωθεί και να εξαγνισθεί η ψυχή μας με τις θλίψεις, οπότε μετά μας χαριτώνει.
Η πραγματική χαρά γεννιέται από την πίκρα που γεύεται κανείς με χαρά για τον Χριστό που πικράθηκε, για να μας σώσει.
Ο Χριστιανός πρέπει να χαίρεται ιδιαίτερα, όταν τον βρίσκει κάποια δοκιμασία, χωρίς να έχει δώσει ο ίδιος αφορμή.
Λέμε καμμιά φορά στον Θεό: «Θεέ μου, δεν ξέρω τί θα κάνεις, εν λευκώ σου παραδίδω τον εαυτό μου, για να τον κάνεις άνθρωπο».
Οπότε και ο Θεός πάει να με κάνει όχι μόνον άνθρωπο αλλά υπεράνθρωπο και αφήνει τον διάβολο να ρθή να με πειράξει και να με ταλαιπωρήσει.
Τώρα με τον καρκίνο βλέπω τα τερτίπια του και γελάω. Βρέ τον διάβολο!
Εσείς ξέρετε με τί σαπούνι πλένει ο διάβολος τον άνθρωπο, όταν ο Θεός επιτρέπη να τον πειράξη,
για να δοκιμασθή; Με τους αφρούς της κακίας του. Έχει καλό ...σαπούνι!
Όπως η γκαμήλα βγάζει αφρούς, όταν θυμώνη, έτσι κάνει και ο διάβολος σε τέτοιες περιπτώσεις.
Και μετά τρίβει τον άνθρωπο, όχι για να φύγουν οι λεκέδες του και να εξαγνισθή, αλλά από κακία.
Και ο Θεός όμως αφήνει τον διάβολο να τρίβη τον άνθρωπο, ίσα-ίσα μέχρι να φύγουν οι λεκέδες
και να καθαρίση. Αν άφηνε να τον τρίψη όπως τρίβουν τα ρούχα, θα τον ξέσχιζε.
-Γέροντα, μπορούμε να λέμε για τους διάφορους πειρασμούς που συμβαίνουν στην ζωή μας
ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού;
-Όχι, να μην μπερδεύουμε το θέλημα του Θεού με τον πειρασμό και με όσα φέρνει ο πειρασμός.
Ο Θεός αφήνει τον διάβολο ελεύθερο μέχρις ενός σημείου να πειράξη τον άνθρωπο,
και τον άνθρωπο τον αφήνει ελεύθερο να κάνη το καλό ή το κακό.
Δεν φταίει όμως ο Θεός για το κακό που θα κάνη ο άνθρωπος. Ο Ιούδας λ.χ. ήταν μαθητής Χριστού.
Μπορούμε να πούμε ότι ήταν θέλημα Θεού να γίνη προδότης; Όχι, αλλά ο ίδιος ο Ιούδας επέτρεψε
στον διάβολο να μπή μέσα του. Κάποιος είπε σε έναν ιερέα: «Πάτερ, σε παρακαλώ, κάνε ένα Τρισάγιο
για τον Ιούδα». Ήταν δηλαδή σαν να έλεγε: «Εσύ, Χριστέ, είσαι άδικος• έτσι ήταν θέλημά Σου,
να Σε προδώση ο Ιούδας• γι’ αυτό τώρα βοήθησέ τον».
Μετρημένες είναι οι περιπτώσεις που επιτρέπει ο Θεός να δοκιμασθούν μερικοί ευλαβείς,
για να έρθη σε συναίσθηση κάποιος που έχει άσχημη ζωή και να μετανοήση.
Αυτοί οι άνθρωποι έχουν διπλό μισθό. Δίνει δηλαδή ο Θεός την δυνατότητα σε μερικούς οι οποίοι
με τις δοκιμασίες που περνούν εξοφλούν σ’ αυτήν την ζωή αμαρτίες και γκρινιάζουν παράλογα,
να βοηθηθούν από την υπομονή αυτών πού, ενώ δεν έσφαλαν, ταλαιπωρούνται, αλλά δεν γογγύζουν.{...}
Γι’ αυτό, όσοι σκέφτονται τους μεγάλους σταυρούς των δικαίων, ποτέ δεν στενοχωριούνται
για τις δικές τους μικρές δοκιμασίες. Βλέπουν ότι, ενώ έσφαλαν στην ζωή τους,
εν τούτοις υποφέρουν λιγότερο από τους δικαίους, γι’ αυτό λένε σαν τον καλό ληστή:
«Αυτοί δεν έκαναν τίποτε και υπέφεραν τόσο• εμείς τί πρέπει να πάθουμε;».
Δυστυχώς όμως μερικοί μοιάζουν με τον ληστή που σταυρώθηκε εξ αριστερών του Χριστού και λένε: «Πήγαιναν με τον σταυρό στο χέρι και δες τί έπαθαν!».
Υπάρχουν και περιπτώσεις - αυτές είναι πολύ σπάνιες - που επιτρέπει ο Θεός από αγάπη
να βρίσκουν μεγάλες δοκιμασίες μερικούς πολύ εκλεκτούς αγωνιστές, για να τους στεφανώσει.
Αυτοί είναι μιμητές του Χριστού. Βλέπετε, στην Αγία Συγκλητική, επειδή βοηθούσε πνευματικά
πολλές ψυχές με τις νουθεσίες της, πήγε ο διάβολος να την εμποδίσει από αυτό το έργο.
Τριάμισι χρόνια έμεινε άφωνη από την αρρώστια της.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 200-203)
ΟΤΑΝ ΘΕΛΗΣΕΙΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΑΡΧΗ ΚΑΛΟΥ ΕΡΓΟΥ, ΝΑ ΕΤΟΙΜΑΣΕΙΣ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΠΕΙΡΑΣΜΩΝ (Του Αββά Ισαάκ του Σύρου)
Όταν θελήσεις να κάνεις αρχή καλού έργου, πρώτα να ετοιμάσεις τον εαυτό σου για την αντιμετώπιση των πειρασμών, που πρόκειται να έρθουν εναντίον σου. Γιατί ο εχθρός, όταν δει κάποιον ν' αρχίζει με θερμή πίστη μια θεάρεστη ζωή, συνηθίζει να του επιτίθεται με διάφορους και φοβερούς πειρασμούς, ώστε να δειλιάσει απ' αυτούς ο άνθρωπος και να εγκαταλείψει την καλή του πρόθεση. Και παραχωρεί ο Θεός να πέσει σε πειρασμό για να χτυπήσεις επίμονα τη θήρα (του ελέους) Του και για να ριζώσει μέσα στο νου σου, από το φόβο των θλίψεων, η μνήμη Εκείνου, και για να Τον πλησιάσεις με τις προσευχές, ώστε ν' αγιασθεί έτσι η καρδιά σου από την ακατάπαυστη ενθύμησή Του. Και όταν Τον επικαλείσαι, θα σε ακούσει. Και θα μάθεις έτσι, ότι ο Θεός είναι αυτός που σε λυτρώνει. Και τότε θα νιώσεις την παρουσία Εκείνου που σ' έπλασε και σε δυναμώνει και σε προστατεύει. Γιατί η σκέπη και η πρόνοια του Θεού αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους. Δεν γίνεται όμως ορατή παρά μόνο σ' εκείνους που καθάρισαν τον εαυτό τους από την αμαρτία και είναι συνεχώς προσηλωμένοι στο Θεό. Εξαιρετικά μάλιστα φανερώνεται σ' αυτούς η βοήθεια και η πρόνοια του Θεού, όταν μπουν σε μεγάλη δοκιμασία για χάρη της αλήθειας. γιατί τότε την αισθάνονται πολύ καθαρά με την αίσθηση του νου.
Μερικοί, που είδαν αυτή (τη βοήθεια) και με τα σωματικά τους μάτια, ανάλογα με τις δοκιμασίες, και διαπίστωσαν έτσι τη συμπαράσταση του Θεού, υποκινήθηκαν απ' αυτή σε γενναίες πράξεις, όπως μαθαίνουμε για τον Ιακώβ και τον Ιησού του Ναυή και τους Τρεις Παίδες και τον απόστολο Πέτρο και τους άλλους αγίους, που άθλησαν για το Χριστό. Σ' αυτούς (η θεία βοήθεια) ήταν ολοφάνερη, έχοντας ανθρώπινη μορφή, δίνοντάς τους θάρρος και προετοιμάζοντάς τους για τον αγώνα της ευσέβειας. Αλλά και στους πατέρες, που έζησαν στην έρημο και έδιωξαν από κει τους δαίμονες και έγιναν κατοικητήρια αγγέλων, και σ' αυτούς παρουσιάζονταν συνεχώς οι άγιοι άγγελοι και με κάθε τρόπο τους βοηθούσαν και τους συμπαραστέκονταν σε όλα και τους στήριζαν και τους λύτρωναν από τους πειρασμούς, που οι άγριοι δαίμονες τους προξενούσαν. Αλλά και μέχρι σήμερα δεν απομακρύνεται η βοήθεια του Θεού από τους ανθρώπους που ολοκληρωτικά αφιερώθηκαν στα έργα που Εκείνος ευαρεστείται, αλλά βρίσκεται κοντά σε όλους όσοι Τον επικαλούνται (Αββάς Ισαάκ).
«Για να πάη κανείς στον γλυκό Παράδεισο,
πρέπει να φάη πολλά πικρά εδώ,
να έχη το διαβατήριο των δοκιμασιών στο χέρι».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
‘’Διήλθομεν δια πυρός και ύδατος...’’[1]
Οι σταυροί των δοκιμασιών
Γέροντα, το σταυρουδάκι που μου δώσατε το φορώ συνέχεια και με βοηθάει στις δυσκολίες.
- Να, τέτοια σταυρουδάκια είναι οι δικοί μας σταυροί, σαν αυτά που κρεμούμε στον λαιμό μας και μας προστατεύουν στην ζωή μας. Τι νομίζεις, έχουμε μεγάλο σταυρό εμείς; Μόνον ο Σταυρός του Χριστού μας ήταν πολύ βαρύς, γιατί ο Χριστός από αγάπη προς εμάς τους ανθρώπους δεν θέλησε να χρησιμοποιήσει για τον εαυτό Του την θεϊκή Του δύναμη. Και στην συνέχεια σηκώνει το βάρος των σταυρών όλου του κόσμου και μας ελαφρώνει από τους πόνους των δοκιμασιών με την θεία Του βοήθεια και με την γλυκιά Του παρηγοριά.
Ο Καλός Θεός οικονομάει για τον κάθε άνθρωπο έναν σταυρό ανάλογο με την αντοχή του, όχι για να βασανιστή, αλλά για να ανεβή από τον σταυρό στον Ουρανό – γιατί στην ουσία ο σταυρός είναι σκάλα προς τον Ουρανό. Αν καταλάβουμε τι θησαυρό αποταμιεύουμε από τον πόνο των δοκιμασιών, δεν θα γογγύζουμε, αλλά θα δοξολογούμε τον Θεό σηκώνοντας το σταυρουδάκι που μας χάρισε, οπότε και σε τούτη την ζωή θα χαιρώμαστε, και στην άλλη θα έχουμε να λάβουμε και σύνταξη και «εφάπαξ». Ο Θεός μας έχει εξασφαλισμένα κτήματα εκεί στον Ουρανό. Όταν όμως ζητούμε να μας απαλλάξη από μια δοκιμασία, δίνει αυτά τα κτήματα σε άλλους και τα χάνουμε. Ενώ, αν κάνουμε υπομονή, θα μας δώση και τόκο.
Είναι μακάριος αυτός που βασανίζεται εδώ, γιατί, όσο πιο πολύ παιδεύεται σ’ αυτήν την ζωή, τόσο περισσότερο βοηθιέται για την άλλη, επειδή εξοφλά αμαρτίες. Οι σταυροί των δοκιμασιών είναι ανώτεροι από τα «τάλαντα», από τα χαρίσματα, που μας δίνει ο Θεός. Είναι μακάριος εκείνος που έχει όχι έναν σταυρό αλλά πέντε. Μια ταλαιπωρία ή ένας θάνατος μαρτυρικός είναι και καθαρός μισθός. Γι’ αυτό σε κάθε δοκιμασία να λέμε: «Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, γιατί αυτό χρειαζόταν για την σωτηρία μου».
Οι δοκιμασίες βοηθούν
να συνέλθουν οι άνθρωποι
- Γέροντα, δεν γίνεται οι άνθρωποι να συνέλθουν με άλλον τρόπο και όχι με κάποια δοκιμασία;
- Πριν επιτρέψη ο Θεός να έρθη μια δοκιμασία, εργάστηκε με καλό τρόπο, αλλά δεν τον καταλάβαιναν, γι’ αυτό μετά επέτρεψε την δοκιμασία. Βλέπετε, και όταν ένα παιδί είναι ανάποδο, στην αρχή ο πατέρας του το παίρνει με το καλό, του κάνει τα χατίρια, αλλά, όταν εκείνο δεν αλλάζη, τότε του φέρεται αυστηρά, για να διορθωθή. Έτσι και ο Θεός μερικές φορές, όταν κάποιος δεν καταλαβαίνη με το καλό, του δίνει μια δοκιμασία, για να συνέλθη. Αν δεν υπήρχε λίγος πόνος, αρρώστιες κ.λπ., θα γίνονταν θηρία οι άνθρωποι· δεν θα πλησίαζαν καθόλου στον Θεό.
Η ζωή αυτή είναι ψεύτικη και σύντομη· λίγα είναι τα χρόνια της. Και ευτυχώς που είναι λίγα, γιατί γρήγορα θα περάσουν οι πίκρες, οι οποίες θα θεραπεύσουν τις ψυχές μας σαν τα πικροφάρμακα. Βλέπεις, οι γιατροί, ενώ οι καημένοι οι άρρωστοι πονούν, τους δίνουν πικρό φάρμακο, γιατί με το πικρό θα γίνουν καλά, όχι με το γλυκό. Θέλω να πω ότι και η υγεία από το πικρό βγαίνει, και η σωτηρία της ψυχής από το πικρό βγαίνει.
Με τον πόνο
μας επισκέπτεται ο Χριστός
Άνθρωπος που δεν περνάει δοκιμασίες, που δεν θέλει να πονάη, να ταλαιπωρήται, που δεν θέλει να τον στεναχωρούν ή να του κάνουν μια παρατήρηση, αλλά θέλει να καλοπερνάη, είναι εκτός πραγματικότητος. «Διήλθομεν δια πυρός και ύδατος, και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν»[3], λέει ο Ψαλμωδός.
Βλέπεις, και η Παναγία μας πόνεσε και οι Άγιοί μας πόνεσαν, γι’ αυτό και εμείς πρέπει να πονέσουμε, μια που τον ίδιο δρόμο ακολουθούμε. Με την διαφορά ότι εμείς, όταν έχουμε λίγη ταλαιπωρία σ’ αυτήν την ζωή, ξοφλούμε λογαριασμούς και σωζόμαστε. Αλλά και ο Χριστός με πόνο ήρθε στην γη. Κατέβηκε από τον Ουρανό, σαρκώθηκε, ταλαιπωρήθηκε, σταυρώθηκε. Και τώρα ο Χριστιανός την επίσκεψη του Χριστού έτσι την καταλαβαίνει, με τον πόνο.
Όταν επισκέπτεται ο πόνος τον άνθρωπο, τότε του κάνει επίσκεψη ο Χριστός. Ενώ, όταν δεν περνάη ο άνθρωπος καμμιά δοκιμασία, είναι σαν μία εγκατάλειψη του Θεού. Ούτε ξοφλάει, ούτε αποταμιεύει. Μιλάω βέβαια για έναν ο οποίος δεν θέλει την κακοπάθεια για την αγάπη του Χριστού. Σου λέει: «Έχω την υγεία μου, έχω την όρεξή μου, τρώω, περνάω μια χαρά, ήσυχα...», και δεν λέει ένα «δόξα Σοι ο Θεός». Τουλάχιστον, αν αναγνωρίζη όλες αυτές τις ευλογίες του Θεού, κάπως τακτοποιείται η υπόθεση. «Δεν μου άξιζαν αυτά, να πη, αλλά, επειδή είμαι αδύνατος, γι’ αυτό ο Θεός με οικονομάει». Στον βίο του Αγίου Αμβροσίου[4] αναφέρεται ότι κάποτε ο Άγιος φιλοξενήθηκε με την συνοδεία του στο σπίτι κάποιου πλουσίου. Βλέποντας ο Άγιος τα αμύθητα πλούτη του τον ρώτησε να είχε καμμιά φορά δοκιμάσει κάποια θλίψη. «Όχι, ποτέ, του απάντησε εκείνος. Τα πλούτη μου συνέχεια αυξάνονται, τα κτήματά μου ευφορούν, ούτε πόνο έχω, ούτε αρρώστια είδα ποτέ». Τότε ο Άγιος δάκρυσε και είπε στην συνοδεία του: «Ετοιμάστε τα αμάξια να φύγουμε γρήγορα από ‘δώ, γιατί αυτόν δεν τον επισκέφθηκε ο Θεός!». Και μόλις βγήκαν στον δρόμο, το σπίτι του πλουσίου βούλιαξε! Η καλοπέραση που είχε ήταν εγκατάλειψη Θεού[5].
«Ον αγαπά Κύριος παιδεύει»[6]
- Γέροντα, γιατί ο κόσμος υποφέρει σήμερα τόσο πολύ;
- Από την αγάπη του Θεού! Εσύ σαν μοναχή σηκώνεσαι το πρωί, κάνεις τον κανόνα σου, κάνεις κομποσχοίνια, μετάνοιες κ.λπ. Για τους κοσμικούς οι δυσκολίες που περνούν είναι ο κανόνας τους, οπότε εξαγνίζονται μ’ αυτές. Τους κάνουν μεγαλύτερο καλό από την κοσμική καλοπέραση, η οποία δεν τους βοηθάει ούτε να πλησιάσουν στον Θεό, ούτε να αποταμιεύσουν μισθό ουράνιο. Γι’ αυτό πρέπει να τις δέχωνται ως δώρα από τον Θεό.
Ο Καλός Θεός με τις δοκιμασίες παιδαγωγεί σαν καλός Πατέρας τα παιδιά Του, από αγάπη, από θεία καλωσύνη, και όχι από κακότητα ούτε από κοσμική, νομική, δικαιοσύνη, γιατί θέλει να επιστρέψουν κοντά Του. Επειδή δηλαδή θέλει να σώση τα πλάσματά Του και να κληρονομήσουν την ουράνια Βασιλεία Του, επιτρέπει τις δοκιμασίες, για να παλέψη ο άνθρωπος, να αγωνισθή και να δώση εξετάσεις στην υπομονή στους πόνους, ώστε να μην μπορή να Του πη ο διάβολος: «Πως τον ανταμείβεις αυτόν ή πως τον σώζεις, αφού δεν κοπίασε;». Τον Θεό δεν Τον ενδιαφέρει αυτή η ζωή, αλλά η άλλη. Πρώτα μας φροντίζει για την άλλη ζωή και ύστερα γι’ αυτήν.
- Γιατί όμως, Γέροντα, ο Θεός σε μερικούς ανθρώπους δίνει πολλές δοκιμασίες, ενώ σε άλλους δεν δίνει;
- Τι λέει η Αγία Γραφή; «Ον αγαπά Κύριος παιδεύει»[7]. Ένας πατέρας έχει λ.χ. οκτώ παιδιά. Τα πέντε μένουν στο σπίτι, κοντά στον πατέρα τους, και τα τρία φεύγουν μακριά του και δεν τον σκέφτονται. Σ’ αυτά που μένουν κοντά του, αν κάνουν καμμιά αταξία, τους τραβάει το αυτί, τους δίνει κανένα σκαμπιλάκι· ή, αν είναι φρόνιμα, τα χαϊδεύει, τους δίνει και καμμιά σοκολάτα. Ενώ αυτά που είναι μακριά, ούτε χάδι ούτε σκαμπίλι έχουν. Έτσι κάνει και ο Θεός. Τους ανθρώπους που είναι κοντά Του και εκείνους που έχουν καλή διάθεση, αν σφάλουν λίγο, τους δίνει ένα σκαμπιλάκι και εξοφλούν ή, αν τους δώση περισσότερα σκαμπίλια, αποταμιεύουν. Σ’ εκείνους πάλι που είναι μακριά Του δίνει χρόνια, για να μετανοήσουν. Γι’ αυτό βλέπουμε κοσμικούς ανθρώπους να κάνουν σοβαρές αμαρτίες και παρ’ όλα αυτά να έχουν άφθονα υλικά αγαθά και να ζουν πολλά χρόνια, χωρίς να περνούν δοκιμασίες. Αυτό γίνεται κατ’ οικονομίαν Θεού, για να μετανοήσουν. Αν δεν μετανοήσουν, θα είναι αναπολόγητοι στην άλλη ζωή.
Ο πόνος του Θεού για τις δοκιμασίες των ανθρώπων
Πόσα βάσανα έχει ο κόσμος! Πόσα προβλήματα! Και έρχονται μερικοί εδώ να μου τα πουν σε δυο λεπτά στο πόδι, για να παρηγορηθούν λίγο. Μια βασανισμένη μάνα μου έλεγε: «Γέροντα, έρχονται στιγμές που δεν αντέχω άλλο και τότε λέω : ‘’Χριστέ μου, κάνε μια μικρή διακοπή και ύστερα ας ξαναρχίσουν τα βάσανα’’». Πόση ανάγκη από προσευχή έχουν οι άνθρωποι! Αλλά και κάθε δοκιμασία είναι δώρο από τον Θεό, είναι ένας βαθμός για την άλλη ζωή. Αυτή η ελπίδα της ανταμοιβής στην άλλη ζωή μου δίνει χαρά, παρηγοριά και κουράγιο, και μπορώ να αντέξω τον πόνο για τις δοκιμασίες που περνούν πολλοί άνθρωποι.
Ο Θεός μας δεν είναι Βάαλ, αλλά Θεός αγάπης. Είναι Πατέρας που βλέπει την ταλαιπωρία των παιδιών Του από τους διάφορους πειρασμούς και τις δοκιμασίες που περνούν και θα μας ανταμείψη, φθάνει να κάνουμε υπομονή στο μικρό μαρτύριο της δοκιμασίας ή μάλλον της ευλογίας.
- Γέροντα, μερικοί λένε: «Δεν είναι σκληρό αυτό που επέτρεψε ο Θεός; Δεν πονάει ο Θεός;».
- Ο πόνος του Θεού για τους ανθρώπους που βασανίζονται από αρρώστιες, από δαίμονες, από βαρβάρους κ.λπ. έχει συγχρόνως και χαρά για την ουράνια αμοιβή που τους έχει ετοιμάσει. Έχοντας δηλαδή υπ’ όψιν Του ο Θεός την ανταπόδοση που θα λάβη στον Ουρανό όποιος περνάει δοκιμασίες και γνωρίζοντας τι τον περιμένει στην άλλη ζωή, αυτό Τον κάνει να μπορή να «αντέχη» τον πόνο. Εδώ επέτρεψε να κάνη τόσα εγκλήματα ο Ηρώδης[8]. Δεκατέσσερις χιλιάδες νήπια έσφαξε και πόσους γονείς, που δεν άφηναν τους στρατιώτες να σκοτώσουν τα παιδιά τους, τους σκότωναν κι εκείνους! Οι βάρβαροι στρατιώτες, για να φανούν στους αρχηγούς τους καλύτεροι, έκοβαν τα παιδάκια κομματάκια. Όσο πιο πολύ βασανίζονταν τα παιδάκια, τόσο περισσότερο πονούσε ο Θεός, αλλά και τόσο περισσότερο χαιρόταν για την μεγαλύτερη δόξα που θα είχαν να απολαύσουν στον Ουρανό. Χαιρόταν για τα Αγγελουδάκια αυτά, που θα αποτελούσαν το αγγελικό μαρτυρικό τάγμα. Άγγελοι από Μάρτυρες!
Στις θλίψεις ο Θεός δίνει την αληθινή παρηγοριά
Ο Θεός βλέπει από κοντά τις ταλαιπωρίες των παιδιών Του και τα παρηγορεί σαν καλός Πατέρας. Γιατί, τι νομίζεις, θέλει να βλέπη το παιδάκι Του να ταλαιπωρήται; Όλα τα βάσανά του, τα κλάματά του, τα λαμβάνει υπ’ όψιν Του και ύστερα πληρώνει. Μόνον ο Θεός δίνει στις θλίψεις την αληθινή παρηγοριά. Γι’ αυτό, άνθρωπος που δεν πιστεύει στην αληθινή ζωή, που δεν πιστεύει στον Θεό, για να Του ζητήση το έλεός Του στις δοκιμασίες που περνάει, είναι όλο απελπισία και δεν έχει νόημα η ζωή του. Πάντα μένει αβοήθητος, απαρηγόρητος και βασανισμένος σ’ αυτήν την ζωή, αλλά καταδικάζει και αιώνια την ψυχή του.
Οι πνευματικοί όμως άνθρωποι, επειδή όλες τις δοκιμασίες τις αντιμετωπίζουν κοντά στον Χριστό, δεν έχουν δικές τους θλίψεις. Μαζεύουν τις πολλές πίκρες των άλλων, αλλά παράλληλα μαζεύουν και την πολλή αγάπη του Θεού. Όταν ψάλλω το τροπάριο «Μη καταπιστεύσης με ανθρωπίνη προστασία, Παναγία Δέσποινα», καμμιά φορά σταματώ στο «αλλά δέξαι δέησιν του ικέτου σου...». Αφού δεν έχω θλίψη, πως να πω «θλίψις γαρ έχει με, φέρειν ου δύναμαι»[9]; Ψέμματα να πω; Στην πνευματική αντιμετώπιση δεν υπάρχει θλίψη, γιατί, όταν ο άνθρωπος τοποθετηθή σωστά, πνευματικά, όλα αλλάζουν. Αν ο άνθρωπος ακουμπήση την πίκρα του πόνου του στον γλυκύ Ιησού, οι πίκρες και τα φαρμάκια του μεταβάλλονται σε μέλι.
Αν καταλάβη κανείς τα μυστικά της πνευματικής ζωής και τον μυστικό τρόπο με τον οποίο εργάζεται ο Θεός, παύει να στεναχωριέται για ό,τι του συμβαίνει, γιατί δέχεται με χαρά τα πικρά φάρμακα που του δίνει ο Θεός για την υγεία της ψυχής του. Όλα τα θεωρεί αποτελέσματα της προσευχής του, αφού ζητάει συνέχεια από τον Θεό να του λευκάνη την ψυχή.Είτε χορτάτος είναι κανείς είτε νηστικός, είτε τον επαινούν, είτε τον αδικούν, πρέπει να χαίρεται και να τα αντιμετωπίζη όλα ταπεινά και με υπομονή. Τότε ο Θεός συνέχεια θα του δίνη ευλογίες, ώσπου να φθάση η ψυχή του σε σημείο να μη χωράη, να μην αντέχη την καλωσύνη του Θεού. Και, όσο θα προχωράη πνευματικά, τόσο θα βλέπη την αγάπη του Θεού σε μεγαλύτερο βαθμό και θα λειώνη από την αγάπη Του.
Η αχαριστία είναι μεγάλη αμαρτία. Για μένα είναι θανάσιμο αμάρτημα. Ο αχάριστος με τίποτε δεν ευχαριστιέται Για όλα γκρινιάζει, όλα του φταίνε. Στην πατρίδα μου, τα Φάρασα, χρησιμοποιούσαν πολύ το πετιμέζι. Ένα βράδυ μια κοπέλα έκλαιγε, γιατί ήθελε πετιμέζι. Η μάνα της – τι να κάνη; - πήγε και ζήτησε από την γειτονιά. Αυτή, μόλις πήρε το πετιμέζι, έβαλε πάλι τα κλάματα. Χτυπούσε τα πόδια της κάτω και φώναζε: «Μαμά, θέλω και γιαούρτι». «Τέτοια ώρα, παιδάκι μου, που να βρω γιαούρτι;» της λέει η μάνα της. «Όχι, θέλω γιαούρτι». Πήγε, υποχρεώθηκε η καημένη σε μια γειτόνισσα, της έφερε και γιαούρτι. Το παίρνει η κόρη και βάζει πάλι τα κλάματα. «Τώρα γιατί κλαις;», την ρωτάει η μάνα της. «Μαμά, τα θέλω ανακατεμένα». Τα παίρνει η μάνα, τα ανακατεύει. Αυτή βάζει πάλι τα κλάματα. «Μαμά δεν μπορώ να τα φάω έτσι. Θέλω να τα ξεχωρίσω!». Οπότε την περιέλαβε στα σκαμπίλια η μάνα της, και ... ξεχωρίσθηκε το πετιμέζι από το γιαούρτι!
Έτσι, θέλω να πω, κάνουν μερικές φορές πολλοί άνθρωποι, και τότε έρχεται η παιδαγωγία του Θεού. Τουλάχιστον να αναγνωρίζουμε την αχαριστία μας και να ευχαριστούμε τον Θεό μέρα-νύχτα για τις ευλογίες που μας δίνει. Με αυτόν τον τρόπο θα πάρουμε καταπόδι τον δειλό διάβολο, ο οποίος θα συμμαζέψη τα ταγκαλάκια του και θα γίνη μαύρο καπνός, γιατί θα του έχουμε βρει πια το αδύνατο σημείο.
Να συγκρίνουμε την δοκιμασία μας με την μεγαλύτερη δοκιμασία του άλλου
Μου έκοψαν λ.χ. το ένα πόδι: «Δόξα Σοι ο Θεός, να πω, που έχω τουλάχιστον ένα πόδι· του άλλου του έκοψαν και τα δύο». Και αν ακόμη μείνω ένα κούτσουρο, χωρίς χέρια και πόδια, πάλι να πω: «Δόξα Σοι ο Θεός, που περπατούσα τόσα χρόνια, ενώ άλλοι γεννήθηκαν παράλυτοι».
Οι θλίψεις που μας προξενούν οι άνθρωποι
- Γέροντα, όταν κάποιος υπομένη κατά Θεόν τις θλίψεις και τις αδικίες που του προξενούν οι άνθρωποι, αυτή η υπομονή τον καθαρίζει από τα πάθη;
Αν τον καθαρίζη λέει! Τον λαμπικάρει! Μα, υπάρχει ανώτερο απ’ αυτό; Έτσι μπορεί να εξοφλήση αμαρτίες. Βλέπετε, έναν εγκληματία τον δέρνουν, τον κλείνουν στην φυλακή, κάνει εκεί τον μικρό κανόνα του και, εάν ειλικρινά να μετανοήση, γλιτώνει την αιώνια φυλακή. Μικρό πράγμα είναι να εξοφλήση με αυτήν την ταλαιπωρία έναν αιώνιο λογαριασμό;
Κάθε θλίψη να την υπομένετε με χαρά. Οι θλίψεις που μας προκαλούν οι άνθρωποι είναι πιο γλυκές από όλα τα σιρόπια που μας προσφέρουν όσοι μας αγαπούν. Βλέπεις, στους μακαρισμούς ο Χριστός δεν λέει: «μακάριοί εστε, όταν επαινέσωσιν υμάς», αλλά «μακάριοί εστε, όταν ονειδίσωσιν υμάς»[15], και μάλιστα «ψευδόμενοι». Όταν ο ονειδισμός δεν είναι δίκαιος, αποταμιεύει κανείς. Ενώ, όταν είναι δίκαιος, ξοφλάει. Γι’ αυτό, όχι μόνον πρέπει να υπομένουμε αγόγγυστα αυτόν που μας πειράζει, αλλά και να νιώθουμε ευγνωμοσύνη, γιατί μας δίνει την ευκαιρία να αγωνισθούμε στην αγάπη, στην ταπείνωση, στην υπομονή.
Οι συκοφάντες βέβαια εργάζονται συνεργαζόμενοι με το ταγκαλάκι. Αλλά ο δυνατός αέρας συνήθως σπάζει και ξερριζώνει τα ευαίσθητα δένδρα που δεν έχουν βαθειές ρίζες· ενώ όσα έχουν βαθειές ρίζες, τα βοηθάει να προχωρήσουν τις ρίζες τους πιο βαθιά.
τα λόγια του
Οσίου Εφραίμ: «Εάν συμβή σοι συκοφαντία, και μετά ταύτα φανερωθή το καθαρόν της συνειδήσεώς σου, μη υψηλοφρόνει, αλλά δούλευε τω Κυρίω εν ταπεινοφροσύνη τω λυτρουμένω σε από συκοφαντίας ανθρώπων, ίνα μη πέσης πτώμα εξαίσιον»[16]
Μας λείπει η ταπείνωση, γι’ αυτό δεν έχουμε τον καρπό της υπομονής.
Εξαντλήθηκε η υπομονή σου; Είναι διότι έχασες την εμπιστοσύνη σου στον Θεό. Και έχασες την εμπιστοσύνη στον Θεό, γιατί είσαι εγωϊστής και έχεις εμπιστοσύνη στον εαυτόν σου, στο χρήμα σου, στη γνώση σου. Μας λείπει η ταπείνωση, γι’ αυτό δεν έχουμε τον καρπό της υπομονής.
Δημήτριος Παναγόπουλος
Ακόμα ένα παράδειγμα αντιμετώπισης των συκοφαντιών με ταπείνωση και υπομονή αποτελεί ο Άγιος Νεκτάριος. Μην κοιτάτε τώρα που τον προσκυνούμε. Στην εποχή του είχε το όνομα του διεφθαρμένου, του ανήθικου. Τον έδιωξαν από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας με τη ρετσινιά της ανηθικότητας. Ερχόμενος στην Ελλάδα, έβγαινε να κάνει κήρυγμα και τον γιουχάιζε ο κόσμος. Γεροντάκι πλέον, πήγε στην Αίγινα, έχτισε το μοναστήρι και πήγε εκεί ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και του είπε τα χίλια λόγια, ότι τάχα έκανε ανηθικότητες, ενώ μεγάλο εξευτελισμό υπέστη και από τον Εισαγγελέα.
Έφτασαν στο σημείο να βγάζουν το νερό από το πηγάδι για να βρουν δήθεν παιδιά που γεννούσαν οι μοναχές και τα έριχναν εκεί μέσα. Ο γέροντας τα υπέστη όλα αυτά χωρίς να μιλά μέχρι και την κοίμησή του.
Βέβαια, μόλις κοιμήθηκε, άρχισαν τα θαύματα και έγινε αυτός ο μεγάλος Άγιος της Εκκλησίας μας. Μια μοναχή αναρωτιόταν και έλεγε, μα τι έκανε αυτός και έγινε τόσο μεγάλος Άγιος, αφού ούτε μεγάλος ασκητής ή νηστευτής ήταν ούτε μάρτυρας.
Τότε εμφανίστηκε σε αυτήν ο Άγιος και της είπε «πράγματι έχεις δίκαιο, εγώ δεν έκανα μεγάλες ασκήσεις ούτε μάρτυρας υπήρξα, αλλά έκανα υπομονή στις συκοφαντίες, γι’ αυτό ο Θεός μου έδωσε αυτή τη χάρη».
Πράγματι, όταν ο άνθρωπος δείξει εμπιστοσύνη στον Θεό, έρχεται τότε μια ισορροπία στην ψυχή του και διέρχεται διαμέσου αυτών των καταστάσεων. Βέβαια, η ψυχή μας είναι φυσικό να θλίβεται όταν μας κατηγορούν άδικα, όμως το αντίβαρο είναι ο Χριστός.
Εάν ο άνθρωπος θυμάται στη ζωή του τα λόγια του Χριστού: «Μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι….» τότε απαλύνεται η δυσκολία, γλυκαίνει η πικρία και ο άνθρωπος βρίσκει τη δύναμη να ανταπεξέλθει.
Αντίθετα, εάν ο άνθρωπος που υφίσταται διωγμούς, ψευδολογίες και συκοφαντίες εναντίον του δεν στρέφει τις ελπίδες του στον Θεό, τότε μπορεί να φθάσει σε ακραία σημεία.
Πολλοί άνθρωποι όταν αδικούνται, αισθάνονται οργή και η ψυχή τους μπορεί να οδηγηθεί είτε στην απελπισία είτε σε ξέσπασμα προς τον άλλο. Το αντίδοτο και στα δύο αυτά, όσο δικαιολογημένα και ανθρώπινα και αν είναι, είναι ο Χριστός.
Όλα θα ξεκαθαρίσουν και θα τακτοποιηθούν στη Βασιλεία του Θεού, διότι ο Χριστός γνωρίζει την αλήθεια καθώς και τι υπάρχει στην ψυχή του κάθε ανθρώπου.
Μπροστά λοιπόν σε όλες αυτές τις δοκιμασίες, εκείνο που παρηγορεί τον άνθρωπο είναι η παρουσία και η αγάπη του Θεού είτε ψευδώς κατηγορείται κανείς είτε δικαίως πάσχει.
Αν το αντιμετωπίσει πνευματικά και με υπομονή, τότε θα δεχθεί μεγάλη ωφέλεια, η οποία θα έχει αιώνιες διαστάσεις.
Προσέξτε μην γκρινιάζετε. Η γκρίνια κουράζει αυτούς που ζουν κοντά σας και δυσαρεστεί τον Θεό, αχαριστία. Αρχίζετε την ημέρα σας με προσευχή και με χαμόγελο!
Θυμηθείτε ότι αυτό έκαναν οι παλαιότεροι. Στους καθρέπτες και στα προσόψιά τους γράφανε το «Καλημέρα» και το «Δόξα Σοι ο Θεός»! Ξέρανε να ζήσουνε! Μήπως δεν είχανε και τότε βάσανα, αρρώστιες και φτώχεια; Κι όμως τα περνούσαν όλα με ψυχική λεβεντιά! Ήταν φτωχοί, αλλά αξιοπρεπείς, άρχοντες.
Είχαν συνεχώς στο στόμα τους και στην καρδιά τους το «Έχει ο Θεός»…! Γνώριζαν να προσεύχονται, να καρτερούν και να νικούν! Έλεγαν: «Και να θέλω, δεν μπορώ να στενοχωρηθώ. Όταν στενοχωριόμαστε είναι σαν να λέμε στον Θεό: “Δεν συμφωνώ. Δεν τα κάνεις καλά”».
…Ύστερα είναι και αχαριστία!!! Να δοξάζουμε τον Θεό και στα καλά και στα ανάποδα! Ξέρει ο Θεός! Με αγάπη, σεβασμό, ταπείνωση και υπομονή!
Μια φορά ήταν ένας άνθρωπος που κέρδιζε το ψωμί του πουλώντας μπαλόνια στα πανηγύρια. Είχε απ’ όλα τα χρώματα: κόκκινα, κίτρινα, μπλε και πράσινα. Όταν δεν πήγαιναν καλά οι δουλειές ελευθέρωνε ένα μπαλόνι γεμάτο με ήλιον. Το έβλεπαν τα παιδιά κι έτρεχαν κοντά του για να αγοράσουν από ένα κι έτσι οι δουλειές έπαιρναν τα πάνω τους ξανά. Αυτό γινόταν συνεχώς.
Κάποια μέρα ένιωσε ένα τράβηγμα στο σακάκι του. Γυρίζει και βλέπει έναν μικρό που ήθελε να ρωτήσει κάτι:
– Κύριε αν αφήσετε ένα μαύρο μπαλόνι, θα πετάξει κι αυτό;
Ευχαριστημένος με την ερώτηση του αγοριού απάντησε με το ίδιο ενδιαφέρον:
– Δεν είναι το χρώμα του μπαλονιού μικρέ μου που το κάνει να πετάει, αλλά εκείνο που έχει μέσα του!
Κατάλαβες τώρα; Μετράει το μέσα μας, η στάση μας. Το αν θα είσαι ένας σημαντικός άνθρωπος δεν έχει να κάνει με το παρουσιαστικό σου, αλλά με το τι έχεις μέσα στην ψυχή σου! Αν η ψυχή σου είναι καθαρή θα πετάξεις προς τον Θεό, δεν έχει σημασία το έξω αλλά το μέσα!
Γιατί; Διότι πάμε ανθρώπινα. Πάμε να πείσουμε τον άλλο με τα επιχειρήματά μας. Πάμε να τον πείσουμε με τα λόγια μας, με αποδείξεις, με αντιπαραθέσεις, με χίλιες δυο επινοήσεις. Δεν πάμε να τον πείσουμε με την προσευχή.
Γιατί ουσιαστικά υπάρχει μία πνευματική ασθένεια, η ασθένεια της απιστίας. Δεν πιστεύουμε ότι ο Θεός είναι ὁ ἐνεργῶν τὰ πάντα ἐν πᾶσιν. Εάν Αυτός δεν ενεργήσει, δεν γίνεται τίποτα. Κι αν Αυτός ενεργήσει, καταργούνται όλα τα ανθρώπινα. (Άγιος Δαυϊδ κορμός Ρωσία)
Έτσι λοιπόν, να το ξέρετε, ότι η μεγαλύτερη δράση, η μεγαλύτερη ενέργεια, η μεγαλύτερη πράξη είναι η προσευχή.
Κι όπως έλεγε ο αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Έμοί δέ μεγίστη πρᾶξίς ἐστιν ἡ ἀπραξία». Σε μένα, λέει, η μεγαλύτερη πραξη -η μεγίστη πράξη- είναι η απραξία. Η απραξία της προσευχής, δηλαδή. Ότι σταματώ την πράξη και ασχολούμαι με την προσευχή. Και θα δείτε ότι η προσευχή έχει τεράστια αποτελέσματα.
Αυτή, λοιπόν, η λέξις «ανάπαυσις» είναι αυτό το οποίο ψάχνει η ψυχή μας, ψάχνει ο εαυτός μας, κι είναι εδώ που είναι το σημείο, το κομβικό σημείο το οποίο ο Χριστός μάς έδωσε ως ένα σωσίβιο μέσα σ’ αυτόν τον κυκεώνα των καθημερινών μέσα στον οποίο βρισκόμαστε. Όπως είπε κι ένας άγιος της Εκκλησίας μας […] «Πάθαμε ναυτία από τα κύματα και τις τρικυμίες των βιωτικών πραγμάτων.» Έρχεται ο Χριστός και μας ρίχνει αυτό το σωσίβιο, μας δίνει το χέρι Του και μας πιάνει και λέει «ελάτε κοντά μου κι εγώ θα σας αναπαύσω.» Αλλά παρακάτω λέει και το μυστικό. Πώς θα μας αναπαύσει;
«Μάθετε από μένα», λέει ο Χριστός, «ότι είμαι πράος και ταπεινός τη καρδία. Κι έτσι ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς ημών». «Θα μάθετε από Μένα», λέγει ο Χριστός, «εγώ θα σας το διδάξω, δεν θα σας το διδάξουν άλλοι άνθρωποι• Εγώ ο ίδιος θα σας διδάξω, όταν θα σας εμφανίσω τον εαυτό μου, όταν θα σας αποκαλύψω τον εαυτό μου, ότι είμαι πράος και ταπεινός τη καρδία. Κι έτσι θα βρείτε ανάπαυσιν μέσα σας.»
Και πράγματι ποιος αναπαύεται τελικά; Ο ταπεινός άνθρωπος! Μόνο ο ταπεινός άνθρωπος αναπαύεται εν Χριστώ! Εμείς, οι υπερήφανοι άνθρωποι, οι εγωιστές άνθρωποι, οι φίλαυτοι άνθρωποι δεν μπορούμε να αναπαυθούμε, γιατί εμποδίζομε τον Χριστό να μας πάρει στην αγκαλιά Του. Δεν δεχόμαστε, δεν θέλουμε ν’ αφεθούμε στον Θεό! Φοβούμαστε τον Θεό! Ή δεν Του έχουμε εμπιστοσύνη. Λέμε, «όχι, εγώ θα τα χειριστώ τα πράγματα. Εγώ θα αναλάβω τις υποθέσεις της ζωής μου. Υπολογίζουμε σαν μαθηματικοί, σαν λογιστές: θα κάνω 2 παιδιά, θα κοστίσουν τόσο οι πάνες, τα γάλατα κι αν χωρίσω θα τα μοιραστούμε με τη σύζυγο.
Εγώ θα τα τακτοποιήσω όλα• δεν θα τ’ αφήσω έτσι να πάνε όπου θέλουν τα πράγματα. Εγώ πρέπει να έχω τον έλεγχο. Αν δεν έχω τον έλεγχο, δεν μπορώ να αισθανθώ σιγουριά. Χάνομαι αν δεν έχω τον έλεγχο!»
Βέβαια ο Χριστός δεν μας είπε να τ’ αφήσουμε ανεξέλεγκτα. Ούτε μας είπε να γίνουμε αδιάφοροι και οκνηροί και τεμπέληδες. Αντίθετα μας είπε ν’ αγωνιζόμαστε και να κοπιάζουμε. Και να μεριμνούμε, αλλά όχι τη ψυχή ημών• μη μεριμνάτε τη ψυχή ημών, λέγει ο Χριστός. Να κάνετε τα πάντα, αλλά την ψυχή σας αφήστε την ανεπηρέαστη. Μην την υποτάξετε μέσα σ’ αυτήν την καθημερινή πάλη των πραγμάτων. Κι αφού κάμεις ό,τι εξαρτάται από σένα κι αφού εξαντλήσεις όλα τα δικά σου περιθώρια, τότε παραδίδεις τη σκυτάλη στα χέρια του Θεού.(γι΄αυτό και άφησε ‘ωρα τους μαθητές χωρίς να τους βοηθήσει στην τρικυμία.)
Η ΠΙΣΤΗ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΔΥΝΑΜΗ ΜΟΥ
Τέλος πάντων, κατά διαστήματα, όταν είχαμε κάποια πράγματα στον κήπο μας, λαχανικά ή κάποια άλλα τρόφιμα, ο γέροντας ετοίμαζε κάποιες σακουλίτσες με διάφορα πράγματα και τα παίρναμε στα γεροντάκια. Ένα γεροντάκι απέναντί μου, μέσα σε μια χαράδρα, μέσα σε μια καλύβα, μόνος του, ο Σέργιος, τον έβλεπα κάθε βράδυ από το κελί μου που άναβε το καντηλάκι του με το καντηλοκέρι τη νύχτα, θεοσκότεινα, αλλά φαινόταν το κερί του, πήγα να του πάρω τρόφιμα. Μόνος του, γεροντάκι, πανέρημος ο τόπος, το καλύβι του μισογκρεμισμένο, πήγα να του πάρω τρόφιμα. Του λέω, «γέροντα, μ’ έστειλε ο γέροντας ο δικός μου να σου φέρω αυτά τα πράγματα». Ήταν μια σακούλα με πολλά πράγματα. «Αχ, ευχαριστώ πάρα πολύ»! Λέει, «να πάρω ό,τι μου χρειάζεται…». Επήρε λίγο ψωμί, ένα μαρούλι, δυο-τρία πράματα, μου λέει, «φτάνουν αυτά για σήμερα»! Του λέω, «πάρε και τα υπόλοιπα. Για σένα τα ‘φερα!». «Όχι, δεν τα θέλω, δεν μου χρειάζονται! Φτάνουν αυτά για σήμερα!» Του λέω, «πάρε να ‘χεις και για αύριο»!
Μου λέει, «αύριο έχει ο Θεός!» Λέω, «πάρε γέροντα, έχει ο Θεός, αλλά αφού ο Θεός σού τα ‘στειλε!» «Ναι», λέει, «αλλά ο Θεός είπε τον άρτον ημών τον επιούσιον• δεν είπε και τον αυριανόν! Μου φτάνει ο σημερινός άρτος. Αύριο έχει ο Θεός.» Του λέω, «πόσα χρόνια έχεις εδώ;» Μου λέει, «πενήντα έξι». Πενήντα έξι χρόνια ζούσε σ’ αυτό το καλυβάκι, έχοντας μόνο τον άρτον τον επιούσιον. Κι ο Θεός είχε γι’ αυτόν πάντοτε τον αυριανόν άρτον! Ουδέποτε αισθάνθηκε ο άνθρωπος αυτός αυτή την αγωνία. Μα τι μου λες τώρα, μέσα σ’ αυτή την έρημο, πώς θα βρεθεί ο αυριανός άρτος; Καμιά μέριμνα περί τούτου!
Κι αν ακόμα αργήσουν να γίνουν τα πράγματα, όπως πιθανόν πρέπει να γίνουν, κι αν ακόμα φανεί ότι ο Θεός σιωπά και δεν ενεργεί και παραμείνει ο άνθρωπος μέσα στην εμπιστοσύνη του Θεού, τότε ο Θεός αποκαλύπτει πράγματι με θαυμαστό τρόπο τον εαυτό Του. Κανένας, λέγει η Γραφή, κανένας δεν ήλπισε επί Κύριον και καταισχύνθηκε. Λέει ο Δαβίδ ένα ωραίο λόγο: «Εμβλέψετε, κοιτάξετε στις αρχαίες γενεές, βρέστε μου ένα άνθρωπο ο οποίος ήλπισε επί Κύριον και εντράπηκε. Ένας άνθρωπος να βρεθεί που να πει ότι εγώ, είχα την ελπίδα μου στον Χριστό κι ο Χριστός δεν ανταποκρίθηκε. Δεν με βοήθησε. Μ’ εγκατέλειψε!» Κανένας!
Ο ταπεινός, λοιπόν, άνθρωπος είναι αυτός που αφήνει τη ζωή του στα χέρια του Θεού• γι’ αυτό εκείνο που μας χρειάζεται, αδελφοί μου, είναι να αγωνιζόμαστε καθημερινά, να κάνομε άσκηση από τα πιο απλά πράγματα, για να μάθομε τον εαυτό μας να τ’ αφήνει στα χέρια του Θεού.
Λέγει στο Γεροντικό, σ’ ένα περίφημο και ωραιότατο βιβλίο: Είπε ο Αββάς Αγάθων ότι σήμερα θα κάνω το θέλημα του Θεού. Και σηκώθηκε και παρεκάλεσε τον Θεό: «Κύριε, αξίωσέ με σήμερα να κάνω το θέλημά Σου! Να πω κι εγώ ότι μια μέρα της ζωής μου έκαμα το θέλημα του Θεού! Αφού όλες τις άλλες παραβαίνω το θέλημα του Θεού, έστω και μια μέρα ας το κάμω! Να έχω στη συνείδησή μου μέσα ότι έκαμα το θέλημα του Θεού.» Τι έκαμε;
Εγώ θα έλεγα, μες το φτωχό μου το μυαλό, ότι θα έκανε προσευχή όλη μέρα, ή θα κλεινόταν στο κελί του ή θα διέβαζε όλη μέρα. Δεν έκαμε τίποτα απ’ όλ’ αυτά! Έκαμε τη δουλειά του. Τι δουλειά είχε να κάμει εκείνη τη μέρα; Ήθελε ν’ αλέσει το σιτάρι του, για να το κάμει αλεύρι και να το πάρει πίσω στην έρημο να έχει το αλεύρι της χρονιάς. Το φορτώθηκε και το πήγε στο χωριό, στην κώμη. Κι εκεί, λέει, ν’ αλέσω το σιτάρι μου και να το πάρω πίσω με τα πόδια.
Πήγε πρώτος. Μόλις ετοιμάστηκε να βάλει το σιτάρι στον μύλο πήγε κάποιος άνθρωπος και του λέει: «Αββά, δεν μ’ αφήνεις ν’ αλέσω εγώ που βιάζομαι κι εσύ αλέθεις ύστερα;» Λέει, «ευχαρίστως, αδελφέ μου». Και τον άφησε. Μόλις έφυγε εκείνος κι ετοιμάστηκε να ξαναβάλει το σιτάρι του ήρθε ένας άλλος. Του λέει, «αββά, σε παρακαλώ, εσύ δεν έχεις δουλειές, καλόγερος είσαι, άφησ’ με εμένα να αλέσω και αλέθεις μετά». «Ευχαρίστως»! Κι όχι μόνο τους άφηνε• βοηθούσε και στο άλεσμα. Και δεν ξέρω αν θυμάστε εσείς, πώς ήταν ν’ αλέθεις τότε.
Δεν άλεθες με τις μηχανές. Εγώ στο Άγιον Όρος το πρόλαβα που εμείς κυλούσαμε την πέτρα εκείνη, σπρώχναμε την πέτρα εμείς ή τα ζώα. Μπήκε κάτω από τον ζυγό της πέτρας και άλεσε. Τέλος πάντων, να μην πολυλογούμε, από το πρωί μέχρι το βράδυ μόλις ετοιμαζόταν να βάλει το σιτάρι, πήγαινε άλλος και του γινόταν η ίδια σκηνή. Έφτασε η νύχτα και δεν άλεσε το σιτάρι! Το φορτώθηκε να πάει πίσω… Δεν έκαμε κάτι «πνευματικό», ας το πούμε εντός εισαγωγικών. Ούτε και θεωρήθηκε ότι έκαμε και τη δουλειά του. Κι όμως ο Θεός τον επληροφόρησε ότι «σήμερα έκαμες το θέλημα του Θεού!»
. Πήγε εκεί και συναντούσε εμπόδια. Δεν αγανάκτησε, δεν εθύμωσε… Δεν είπε: «Καλά, φτάνει! Κορόιδο είμαι; Ήρθε ο πρώτος, ήρθε ο δεύτερος, ο τρίτος, ο τέταρτος, ας αλέσω κι εγώ το σιτάρι μου να πάω πίσω, που είμαι και μακριά και το φορτώθηκα και στην πλάτη κι έχω ανάγκη!» Τίποτα απ’ όλ’ αυτά!
Ώστε υπερβαίνοντας τον εαυτό του, υπερβαίνοντας τον ατομισμό, τον εγωισμό, αυτό το να θέλουμε να τα ελέγξουμε όλα, να μπουν όλα στο δικό μας πρόγραμμα, να γίνουν όλα όπως εμείς τα θέλομε, να γίνουν όλα όπως εμείς τα προγραμματίζομε, να γίνουν όλα όπως εμείς τα οραματιζόμαστε. Ακόμη και τα άγια όνειρά μας! Ακόμη κι οι ευσεβείς πόθοι μας. Ακόμα κι αυτά που νομίζουμε ότι είναι σημαντικά και είναι κατά Θεόν, που όμως πρέπει να είμαστε έτοιμοι να τα δούμε όλα αυτά να καταρρέουν μέσα σε πλήρη ειρήνη! Έχοντας μέσα στην ψυχή μας συνεχώς αυτή την αίσθηση ότι ο Θεός όλα τα βλέπει, ο Θεός όλα τα παρακολουθεί. Τίποτε δεν πρόκειται να γίνει, ούτε περισσότερο, ούτε λιγότερο απ’ ό,τι επιτρέψει ο Θεός.
Τι πίστη είχε ο Άγιος Δαυϊδ;
- Ακολουθεί τον Αγ. ΙΩ
- Ταξίδεψε πάνω στο ράσο του από την Αταλάντη στη βόρεια Εύβοια.
- Έβαλε τους θησαυρούς που μάζεψε σε κούτσουρο και από τη Ρωσία έφτασε στις Ροβιές.
- Χτυπώντας τη ρίζα ενός δέντρου ανέβλυσε νερό
Και πράγματι, ο Θεός ουδέποτε μας εγκατέλειψε, αλλά και ουδέποτε εγκατέλειψε κανένα άνθρωπο.
Και ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής όλης της ασκητικής αγωγής; Το αποτέλεσμα είναι ότι ο άνθρωπος τελικά, όταν βιώσει αυτή την εμπειρία της ξαλάφρωσης, της άνεσης, του να παραδώσεις τα πάντα στα χέρια του Θεού, τότε ο άνθρωπος επιστρέφει και γίνεται ως το παιδίον που δεν έχει μέριμνες, που ‘ναι μέσα στην αγκαλιά της μητέρας του κι αισθάνεται τόσον όμορφα και τόσον ωραία. Και γίνεται, πραγματικά, αυτό το παιδίον το οποίο εισέρχεται εις την βασιλείαν του Θεού.
Κι έχει ειρήνη μέσα στην ψυχή κι ευχαριστεί τον Θεό για όλα. Και χαίρεται• είναι χαρούμενος. Είναι ειρηνικός. Δεν έχει εχθρούς, έστω κι αν δεν τον θέλει κανένας! Δεν αισθάνεται για κάποιον κάτι! Δεν φοβάται τον απέναντί του. Δεν φοβάται τον γείτονά του. Δεν έχει καχυποψίες για τους άλλους ανθρώπους. Δεν αισθάνεται ότι κινδυνεύει, έστω κι αν βλέπει μπροστά του κάποιους έτοιμους να τον κατασκοτώσουν. Αισθάνεται μια φοβερή ασφάλεια.
Όποιος θέλει μπορεί να το δοκιμάσει. Είναι για τα παλληκάρια, όπως έλεγε κι ο γέροντας Παΐσιος! Θέλει λεβεντιά να το κάνεις. Θέλει πολύ θάρρος. Αλλά δοκιμάστε τον Θεό. Δοκιμάστε τον Θεό και θα δείτε ότι δεν θα χάσετε. Όποιος ελπίζει επί Κύριον, αυτός δεν καταισχύνεται ποτέ. Κι αυτή η προτροπή της Εκκλησίας «πάσαν τήν ζωήν ημών Χριστώ τώ Θεώ παραθώμεθα» νομίζω είναι η πιο σημαντική προτροπή στην εποχή μας για κάθε άνθρωπο: για τους γονείς, για τους νέους, για τους ηλικιωμένους, για τους ιερείς, για κάθε ένα που προβληματίζεται και αγωνιά για το τι γίνεται γύρω μας.
Πηγή: Ησυχαστήριο Αγίας Τριάδος
ΘΕΕ ΜΟΥ, ΟΤΑΝ ΧΑΝΩ ΤΗ ΓΗ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΜΟΥ,
ΝΑ ΣΤΗΡΙΧΤΩ ΣΈΣΕΝΑ ΠΟΥ ΚΡΑΤΑΣ ΤΗ ΓΗ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΟΥ
Κύριε χανόμαστε…. Ο ΘΕΟΣ ΛΥΠΑΤΑΙ ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΤΟΝ ΕΝΟΧΛΩ
Επομένως και σεις, παρόμοια, «ζητάτε και θα σας δοθεί»· ζητάτε τη βασιλεία των ουρανών, «ψάξετε και θα βρείτε εκείνη την αγία οδό, την κακοτράχαλη και θλιβερή, την στενή θύρα και απλησίαστη για τους παραφορτωμένους με αμαρτήματα. Την ανοικτή για όσους φέρουν πλούτο ευάρεστων στο Θεό μυριάκριβων αρετών. Τέτοιες αρετές, ο αγιογραφικός λόγος παρομοιάζει με χρυσάφι, ασήμι, πολύτιμους λίθους και άλλα ισότιμα. «Κρούετε και ανοιγήσεται υμίν», αλλά μην κτυπάτε, σαν εκείνες τις ανόητες παρθένες, που φώναζαν: «Κύριε, κύριε, άνοιξε μας!»· κι εκείνος αποκρίθηκε: «Δεν σας ξέρω». Κτυπάτε με τα έργα τα καλά και θα σας ανοίξουν κι αφού κληθείτε, να εισέλθετε μ’ ευγνωμοσύνη, όπως συνέβηκε με τον δούλο της παραβολής αυτός αξιώθηκε ν’ ακούσει: «εύγε, καλέ κι αξιόπιστε δούλε, έλα να γιορτάσεις και να χαρείς μαζί μου».
Πώς, λοιπόν, Κύριε, να κτυπήσουμε εκείνη την άϋλη πόρτα; Με τί είδος κτυπητήρι να κτυπήσουμε την πόρτα εκείνη την άγια;
Αφού, λες άϋλη και άγια εκείνη την είσοδο, καταλαβαίνεις ότι και το κτυπητήρι πρέπει να ‘ναι ανάλογο: άϋλο και άγιο. Τέτοιο, για με, είναι η πίστη η ειλικρινής. Με τούτο το κτυπητήρι της πίστης κτύπησε εκείνος ο ληστής και του άνοιξε την είσοδο στο παράδεισο. Δεν τολμούσε αυτός, όπως πολλοί από τους αγίους να πει, για με σταυρώθηκε ο Κύριος. Αλλά, αφού ξεκάθαρα ομολόγησε, ότι είναι ληστής και κακούργος και ένοχος καταδίκης, κτύπησε στη συνέχεια με το κτυπητήρι της πίστης. Τότε οι θυρωροί, δηλαδή τα Χερουβείμ και η φλογίνη ρομφαία , αποχώρησαν. Κτύπησε κι’ άνοιξε γι’ αυτόν, πριν απ’ όλους, ο παράδεισος.
Κτύπησε και η πόρνη την πόρτα του θείου ελέους με το κτυπητήρι των δακρύων κι έλαβε την άφεση. Το ίδιο και ο άσωτος της παραβολής και πλούτισε με την υιοθεσία. Κι ο τελώνης, αυτογρονθοκοπούμενος και κτυπώντας τα στήθη του, δικαιώθηκε. Κτυπάτε, λοιπόν, και σεις, όπως εκείνος, το στήθος και θ’ ανοίξει η καρδιά σας για δάκρυα και κατάνυξη και ο νους σας θα διανοιγεί τόσο, ώστε να βλέπει τα αόρατα· τότε, αντικρίζοντας εκείνα με τρόπο νοερό, ζητάτε και θα λάβετε, αφού «πας ο αιτών λαμβάνει, και ο ζητών ευρίσκει, και τω κρούοντι ανοιγήσεται». Και όπως, ακριβώς, συμβαίνει να μη λαμβάνουν τα αιτούμενα οι «κακώς αιτούντες», αυτό θα συμβαίνει με το σύνολο των αιτητών. Δεν θα λαμβάνουν τα αιτούμενα όλοι οι αιτητές, παρά μονάχα εκείνοι που μίσησαν ολόκαρδα τη κακία, αποξενώθηκαν απ’ το κακό και πλουτίζουν σε αγαθοπραξίες.
Αυτοί θα λάβουν τα αιτούμενα, και ψάχνοντας θα βρουν και κτυπώντας την πόρτα του ελέους θα την δουν γι’ αυτούς ολάνοικτη. Γιατί, ποιός από σας, αν του ζητήσει το παιδί του ψωμί, θα του δώσει λιθάρι; Ή αν του ζητήσει ψάρι, θα του δώσει φίδι; «Ποιός», αντί του μηδένας «άνθρωπος θα δώσει στο παιδί του φίδι αντί ψωμί και ψάρι». «Αφού σεις ξέρετε να δίνετε στα παιδιά σας καλά πράγματα, πολύ περισσότερο ο ουράνιος Πατέρας σας θα δώσει αγαθά σ’ όσους του το ζητούν». Απ’ αυτά μαθαίνουμε πόσο μεγάλο αγαθό είναι η επίμονη αίτηση προς το Θεό.(αίτηση ναυαγού προς τον Άγιο Νικόλαο για βοήθεια και επιστροφή στο σπίτι του)
Ο Άγιος Ιάκωβος με την προσευχή του θεραπεύει μικρός ακόμη, άλλα μικρά παιδιά.
Αναφέρει χαριτολογώντας πως είχαν φτιάξει με τον όσιο Δαυϊδ ένα πρωτότυπο τηλέφωνο.Ό,τι κι αν ήθελε το έλεγε στο αυτί του Αγίου κι εκείνος με τη σειρά του στης Παναγίας κι εκείνη στου Χριστού.
(Αγ. Νεοφύτου του Εγκλείστου, Περί του Χριστού εντολών, Λόγος Δ΄-απόσπασμα.)