Η ΕΞΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΔΑΜ

(Αφήγηση)

ΧΑΝΟΥΝ ΤΟ ”ΑΦΘΑΡΤΟ ΡΟΥΧΟ”, ΤΟ ”ΡΟΥΧΟ” ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ

Τίποτε το κακό δεν υπήρχε μέσα σ’ αυτόν τον κήπο, όλα ήταν φυτά της Χάριτος. Υπήρχε όμως ένα φυτό που οι άνθρωποι δεν ήταν ώριμοι να το γευθούν, «το ξύλο της γνώσης του καλού και του κακού». Αυτό έπρεπε να το γευθούν αργότερα, όταν θα είχαν ωριμάσει πνευματικά. Όπως το βρέφος δεν τρώγει ψωμί, γιατί θα το κατέστρεφε. Ο διάβολος κατόρθωσε να τους πείσει, πρώτα ότι ο Θεός δεν θέλει το καλό τους, και δεύτερο, ότι οφείλουν να κατακτήσουν τη θέωση με δικές τους αποκλειστικά ενέργειες, άσχετα αν αυτές είναι αντίθετες προς το θέλημα του Θεού.

Οι άνθρωποι αποδέχτηκαν τη συκοφαντία του διαβόλου και αυτό τους έκανε να ψυχρανθούν με το Θεό και να απομονώσουν έτσι θεληματικά τον εαυτό τους από τις Ενέργειές Του. Καμιά αλλοίωση δεν έγινε στο Θεό, καμιά ελάττωση της αγάπης Του , καμιά ψύχρανση. Το κακό έγινε στις καρδιές των ανθρώπων, και μέσα στις καρδιές τους έπρεπε να γιατρευτεί. Η αποδοχή της διαβολής έκλεισε τις καρδιές τους στη Χάρη του Θεού, τους έκανε να γυμνωθούν από τη Θεία Ενέργεια, που τους σκέπαζε σαν ”ρούχο” άφθαρτο και ασύγκριτο. Έχασαν το ”ρούχο της Χάριτος” που φορούσαν. Δεν τους στέρησε ο Θεός τη Χάρη Του. Η Χάρη ποτέ δεν έπαψε να δίδεται επάνω σε δικαίους και αδίκους, το ίδιο άφθονη. Οι Πατέρες λένε ότι η Χάρη έφυγε από τις καρδιές των  ανθρώπων, που τις κατοίκησε ο διάβολος, αλλά ποτέ δεν έπαψε να περιβάλλει αυτές τις καρδιές απ’έξω. Το ”ρούχο” αυτό , τη Θεία Χάρη, το αντικατέστησαν με φύλλα συκής, δηλαδή με τα έργα των χεριών τους, τις δικές τους ανθρώπινες προσπάθειες, χωρίς φυσικά  να έχουν το ίδιο αποτέλεσμα.

«ΑΔΑΜ ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ;»

Όμως ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, δεν άφησε τα πλάσματα των χεριών Του αβοήθητα. Έσπευσε σε βοήθειά τους. Και ακούσθηκε η φωνή Του μέσα στον Παράδεισο το δειλινό, και ο ήχος των ποδιών Του. Δεν είχε όμως τίποτε το άγριο εκείνη η φωνή. Τίποτε το απάνθρωπο και αυστηρό. Μόνο κάτι το πονεμένο και το ελεγκτικό. Ήταν μια προσπάθεια να τους συνεφέρει, πριν να είναι πολύ αργά,- κάλεσμα σε μετάνοια και σε σωτηρία. Ο Θεός καλεί: «Αδάμ πού είσαι;». Ο Αδάμ απαντά: «Άκουσα τη φωνή Σου και φοβήθηκα, γιατί είμαι γυμνός και κρύφτηκα». Ο Θεός: «Ποιος σου είπε Αδάμ, ότι είσαι γυμνός; Τι σε έκανε να δεις αυτή την αλήθεια, να αντιληφθείς τη φτώχεια σου, άλλο από τον καρπό της γνώσης, που σου είχα πει να μην τον φας από τώρα;». Τι άφατη αγάπη! Τι διευκόλυνση της εξομολογήσεως! Λέγει ο Κύριος την αμαρτία για να κάνει τα πράγματα εύκολα στον Αδάμ. Θα μπορούσε να πει ο Αδάμ: «Συγχώρεσέ με». Τι όμορφα που θα είχαν τελειώσει όλα! Όμως ο Αδάμ δεν είπε την λέξη αυτή. Προτίμησε να αντιτάξει το μίσος στην αγάπη: «Εσύ φταις.Ναι, Εσύ φταις, γιατί η γυναίκα που Συ μου έδωσες, αυτή μου έδωσε από το ξύλο και έφαγα». Δέχθηκε ο Κύριος την κλωτσιά του πλάσματός Του και δεν μίλησε. Κοίταξε μήπως βρει πόρτα ανοικτή στην καρδιά της Εύας: «Γιατί το έκανες αυτό Εύα;». Αλλά ούτε εδώ μετάνοια. Όχι, δεν έφταιγε αυτή, ο όφις που ο Θεός δημιούργησε, αυτός την απάτησε. Φαρμακώθηκε η καρδιά του Αδάμ και της Εύας και μίσησαν τον Δημιουργό τους μέχρι του σημείου να Τον μεμφθούν για τα δημιουργήματά Του. Μετά τη φοβερή πτώση, αρχίζει η παιδεία, ο μακρύς δρόμος της διορθώσεως του κακού που συντελέσθηκε. Πρέπει να καταλάβει ο άνθρωπος τι είναι χωρίς το Θεό, να διψάσει γι’ Αυτόν που είναι η Ζωή και η αιώνια αγαλλίασή του. Λέγει, λοιπόν, ο Κύριος στη γυναίκα: «Θα πληθύνω τις λύπες και τον στεναγμό σου για να ταπεινωθεί η οίησή σου, που έγινε αιτία τόσων κακών. Γιατί δεν έμεινες στη Χάρη που σε διατηρούσε χωρίς λύπες και πόνους. Και έπεσες στο επίπεδο των άλλων πλασμάτων, που γεννούν με πόνο, χωρίς την προστασία της δικής Μου ανάπαυσης». «Κι εσύ Αδάμ, που προτίμησες ν’ ακούσεις τη γυναίκα σου παρά Εμένα, θα τρως το ψωμί σου με τον ιδρώτα του προσώπου σου, γιατί μέσα στα καλά του Παραδείσου και στη Χάρη Μου, είχες ξεχάσει ότι είσαι χώμα και νόμισες τον εαυτό σου αυτάρκη και αθάνατο θεό. Και τώρα που επέλεξες τον τρόπο ζωής των άλλων, των ξένων προς τη Χάρη Μου πλασμάτων, θα ζήσεις πλέον σαν κι αυτά, σ’έναν αγώνα επιβίωσης».

Ο ΘΕΟΣ ΕΔΙΩΞΕ ΤΟΝ ΑΔΑΜ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΓΙΑ ΝΑ ΕΚΔΙΚΗΘΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΗ ΤΟΥ; ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΙΟ ΒΛΑΣΦΗΜΗ ΣΚΕΨΗ ΑΠ’ΑΥΤΗ.

Πολλοί Χριστιανοί νομίζουν ότι ο Θεός έδιωξε τον Αδάμ από τον Παράδεισο για να εκδικηθεί την παρακοή του. Δεν υπάρχει πιο βλάσφημη σκέψη. Ποτέ ο Θεός δεν τιμωρεί εκδικητικά. Ενεργεί μόνον παιδαγωγικά, για να διορθώσει και να σώσει.

  • Ο Θεός έδιωξε τον Αδάμ από τον Παράδεισο για να προετοιμάσει τη μέλλουσα σωτηρία του με μια μακροχρόνια σκληρή άσκηση. Ο Παράδεισος ήταν για ανθρώπους που βρίσκονταν στη σκέπη της Χάριτος. Ο άνθρωπος έχασε τη Χάρη, έχασε και τη δυνατότητα να ζει σωστά μέσα στον Παράδεισο της τρυφής. Η τρυφή θα τον έριχνε σε πολύ μεγαλύτερα κακά. Του χρειαζόταν η σκληρή ζωή και η εργασία για να μπορέσει να έλθει σε συναίσθηση της μηδαμινότητάς του και για να περικόψει όσο γίνεται τα πάθη, που άρχισαν να φυτρώνουν μέσα του σαν αγκάθια.
  • Ακόμη περισσότερο, όμως, στην κατάσταση του πνευματικού θανάτου και του ψυχικού κενού, που έφθασε ο άνθρωπος με την παρακοή, δεν τον συνέφερε να ζει σωματικά για πολύ καιρό.Θα ήταν ένα αβάσταχτο βάσανο. Είναι πιο συμφέρουσα η κοίμηση και η ανάπαυση από τους μόχθους μιας ζωής πεσμένης στον ψυχικό θάνατο. Δεν θα υπήρχε πιο δυστυχισμένο πλάσμα από ένα πλάσμα νεκρό πνευματικά και αθάνατο σωματικά, που θα περιέφερε την πνευματική του γυμνότητα και το κενό της ψυχής του στους αιώνες. Αλλά ακόμη χειρότερα, ο χρόνος θα μεγάλωνε γεωμετρικά την προσωπική κακία πολλών ανθρώπων και επομένως την δυστυχία όλων και τελικά θα καταστούσε αδύνατη τη σωτηρία.
  • Ο Θεός έδιωξε τον Αδάμ από τον Παράδεισο, για να μην ξεγελάσει τον άνθρωπο η παραδείσια τρυφή και η αθανασία και δεν καταλάβει ότι έχασε το κυριότερο που είχε μέσα στον Παράδεισο: Τον ίδιο το Θεό, το Ασύγκριτο και Άπειρο Αγαθό, που κανένα δημιούργημά Του, οσοδήποτε τέλειο, δεν μπορεί να αντικαταστήσει, και που δίνει νόημα και χάρη σε όλα τα δημιουργήματα του Παραδείσου. Επέτρεψε ο Θεός το θάνατο και τη διάλυση του σώματος σαν απτή εικόνα του θανάτου της ψυχής, που είναι αόρατος στα πεσμένα μάτια των ανθρώπων. Έτσι η εξορία από τον Παράδεισο και η απομάκρυνση από το δένδρο της ζωής εντάσσεται στην Οικονομία της Σωτηρίας. Όλα γίνονται για τη γιατρειά του ανθρώπου και για την επάνοδό του στο δρόμο που οδηγεί στην ομότιμη συμμετοχή στη Θεία Ζωή, που ονομάζεται Θέωση.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΑΔΑΜ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΑ: «ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΜΟΥ, ΠΟΥ ΜΟΥ ΤΑ ΚΑΡΦΩΣΑΝ…»

Ο Θεός, αν και άφησε το πρώτο «καθ’ ομοίωσιν» ζευγάρι να πεθάνει, δεν έπαψε να τους αγαπά. Αλλά και αυτοί ωφελήθηκαν από τη διαπαιδαγώγησή Του. Τελείωσαν τη ζωή τους στη γη ενθυμούμενοι αυτό από το οποίο εξέπεσαν, και είχαν το χρόνο, και τους λόγους να μετανοήσουν. Ο Θεός δεν τους εγκατέλειψε. Μέσα από το δικό τους σπέρμα, πήρε ο ίδιος τη σάρκα την ανθρώπινη. Και ήρθε στη γη να νικήσει Αυτός για χάρη τους, το διάβολο που τους σκλάβωσε σε μια τέτοια ζωή μόχθου και θλίψης, και να νικήσει αντί γι’ αυτούς το θάνατο. Γιατί τώρα είχαν πάρει πια το μάθημά τους, και Τον περίμεναν έτοιμοι. Κι εκεί στον Άδη που βρίσκονταν αναμένοντας τη σωτηρία, άκουσαν εκείνα τα γνώριμα βήματα Αυτού που περπατούσε μαζί τους στον Παράδεισο. Και μετά από τόσους αιώνες Τον αντίκρισαν και πάλι. Δεν πήγε σε κανέναν άλλον. Έσπευσε πρώτα στον Αδάμ, το φίλο Του. Στάθηκε μπροστά τους, και τους έδειξε τα πόδια Του: «Δείτε τα πόδια Μου, που Μου Τα κάρφωσαν, επειδή εσείς βαδίσατε στο δρόμο που σας ζήτησα να μη βαδίσετε!». Τους έδειξε τα τρυπημένα χέρια Του: «Δείτε τα χέρια Μου, που άπλωσα για εσάς στο σταυρό, επειδή εσείς απλώσατε τα δικά σας χέρια να πάρετε αυτό που σας συμβούλεψα να μη δοκιμάσετε ακόμα!». «Κοίτα Αδάμ την πλευρά Μου, που Μου Την τρύπησαν με λόγχη, επειδή εσύ άκουσες τη γυναίκα σου, που έφτιαξα από τη δική σου πλευρά!». Ο Αδάμ και η Εύα, έσκυψαν με ντροπή. Όμως Εκείνος δεν άφησε τα πλάσματά Του απαρηγόρητα. «Μη σκύβετε πια! Είμαι εδώ πια νικητής για χάρη σας! Ο Παράδεισος είναι και πάλι δικός σας. Γιατί τώρα ξέρετε το καλό και το κακό, και βιώσατε τη σημασία του. Γιατί τώρα ξέρετε τη συνέπεια της αμαρτίας, και μετανοήσατε. Πήρατε πια το μάθημά σας». Η Χάρις ξεχύθηκε και πάλι άφθονη στις ψυχές του Αδάμ και της Εύας, και μαζί μ’ αυτούς, σε κάθε αιχμάλωτο του Άδη. Η πρώτη ανάσταση, η ανάσταση των ψυχών συντελέσθηκε. Και η φυλακισμένη στον Άδη ανθρωπότητα, μετέβη στον ουράνιο παράδεισο των ψυχών, έτοιμη να πάρει πάλι σώματα στην παλιγγενεσία. Σήμερα ο Αδάμ είναι και πάλι στον Παράδεισο. Βλέπει ξανά το πρόσωπο του Θεού και ευφραίνεται. Ο μόχθος κι ο ιδρώτας είναι πια παρελθόν γι’ αυτόν, και η Εύα έχει ξεχάσει τους πόνους και τις θλίψεις της. Και μας καλούν μέσα απ’ τα θεόπνευστα λόγια του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου, να παραδειγματιστούμε από το παράδειγμά τους, να μη δώσουμε τόπο στη διαβολή. Να δεχθούμε και να τιμήσουμε αυτή την Αγάπη του Θεού, που μας έγινε γνωστή με την ίδια Του τη Θυσία. Και να ζήσουμε κι εμείς μαζί τους την Πρώτη και τη Δεύτερη Ανάσταση.

Επεξεργασμένο άρθρο από: www.oodegr.com, το οποίο είναι βασισμένο  α)σε κείμενο του Αλέξανδρου Καλόμοιρου που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ”Επίγνωση” β) ”Εἰς  Άδου κάθοδο” του Αγίου Επιφανίου Κύπρου  και γ)  ”Τον θρήνο του Αδάμ” του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου